Μια κριτική της κριτικής*
*Οφειλόμενη απάντηση στο σχόλιο του Χάρη Ναξάκη με τίτλο: Άθεοι θεοσεβούμενοι. Ριζοσπαστικές Αναγνώσεις Εξουσιαστικές Ιδεολογίες, στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ της 28.11.2016, (http://www.efsyn.gr/arthro/atheoi-theosevoymenoi,) στην οποία έχει σταλεί, χωρίς ωστόσο να έχει ακόμα δημοσιευτεί.
Θα ήθελα αφού ευχαριστήσω τον Χάρη Ναξάκη για την καλοσύνη του να κρίνει το τελευταίο βιβλίο μου ‘Θεός και Κεφάλαιο. Δοκίμιο για τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας’, να του ζητήσω συγγνώμη που δεν τον φώτισα καθόλου για όσα τον προβληματίζουν σχετικά με το ‘θρησκευτικό φαινόμενο’, την ‘συνθετότητα της θρησκευτικής ανάγκης’ και το κατά τον Πλάτωνα ‘θεραπευτικό ψεύδος’. Βέβαια, ο Χάρης Ναξάκης γνωρίζει από τα φοιτητικά του χρόνια ότι δεν είμαι θεολόγος, ούτε και ‘άθεος θεοσεβούμενος’ γιατί ‘θεοί’ δεν υπάρχουν παρά ως σκιάχτρα του κεφαλαίου και της εξουσίας του και αν είχε διαβάσει προσεχτικά το βιβλίο, θα διαπίστωνε ότι ο συγγραφέας του έχει ξεπεράσει ψευτοθεωρίες και ιδεολογήματα περί ‘θρησκευτικού φαινομένου’, περί ‘θρησκευτικής επιστήμης’, ‘θρησκευτικής ανάγκης’ και περί ‘θεραπευτικού ψεύδους’ γιατί όλα αυτά δεν είναι παρά ψευδοφιλοσοφικές θεωρητικές κατασκευές της εκάστοτε εξουσίας που αποσκοπούν στην καθυπόταξη των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού με τη διαμεσολάβηση παρένθετων ‘θεών’ και πρόθυμων αχυρανθρώπων που ασκούν το επάγγελμα της αγυρτείας και της άρχουσας-συστημικής πνευματικής, πολιτικής, και της πολύμορφης κατασταλτικής γραφειοκρατίας που λιβανίζουν και κρύβουν την εκάστοτε πρωτογενή οικονομική εξουσία στα πρυτανεία της οποίας κατά κανόνα σιτίζονται.
Πάντως καμιά επιστήμη δεν διαπίστωσε καμιά ‘θρησκευτική ανάγκη’ στα νεογέννητα παιδιά και κανένας επιστήμονας που σέβεται τον εαυτό του δεν υποστήριξε την ‘θεραπευτικότητα του ψεύδους’. Αντίθετα όλοι μας γνωρίζουμε πόσο ευεργετική είναι η αλήθεια ότι κανένας άνθρωπος δεν επέλεξε την θρησκεία ‘του’, με την οποία, παρά τη θέλησή του μεθοδικά και σκόπιμα, από τα γεννοφάσκια του ταυτίζεται για να μπορεί να σκοτώσει και να σκοτωθεί, όπως επίσης γνωρίζουμε ότι όλες, χωρίς εξαίρεση, οι θρησκείες επιβλήθηκαν ως εξουσιαστικές ιδεολογίες στις εκάστοτε κοινωνίες από τα εκάστοτε ισχυρότερα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία δια πυρός και σιδήρου με σκοπό την αλλοτρίωση των εργαζόμενων ανθρώπων και την απαλλοτρίωση του πλούτου τους.
Αξιοπερίεργη είναι η άποψη του Ναξάκη ότι είναι ‘ιστορικά έωλη’ η πραγματικότητα πως η θρησκευτικότητα φυτεύεται πάνω στην άγνοια των παιδιών που δεν μπορούν να κρίνουν και για να μην μπορούν να κρίνουν, να συγκρίνουν και να επιλέξουν και καλλιεργείται σε όλη τη ζωή τους με το φόβο και τη βία των σκοταδιστικών και εξουσιαστικών ιερατείων, άποψη που μάλλον παραπέμπει σε μεταφυσικές αντιλήψεις και απενοχοποιεί τους κατασκευαστές θεών και θρησκειών ως εργαλείων άσκησης εκμεταλλευτικής και καταπιεστικής εξουσίας. Μάλιστα για να ενισχύσει την άποψή του αυτή επικαλείται το γεγονός ότι «οι τελευταίοι τρεις αιώνες όχι μόνο δεν χαρακτηρίζονται από άγνοια, αλλά από μια τεράστια πλημμυρίδα γνώσεων και προόδων της επιστήμης και της τεχνολογίας», παρακάμπτοντας ή αγνοώντας το γεγονός ότι το μεγαλύτερο τμήμα των κοινωνιών και της ανθρωπότητας συνολικά αποκλείεται από τη διαδικασία της απόκτησης της αναγκαίας επιστημονικά έγκυρης και κοινωνικά χρήσιμης γνώσης, γιατί στον καπιταλισμό, όπως και σε κάθε προηγούμενο εξουσιαστικό σύστημα, η απελευθερωτική γνώση εκτοπίζεται από τα πνευματικά σκουπίδια και κατανέμεται ανάλογα με την κατανομή του πλούτου και με αποκλειστικό σκοπό την διαιώνιση του συστήματος της οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας, την οποία ο Ναξάκης φαίνεται να αποδίδει στην ‘ανθρώπινη φύση’ και όχι στον τρόπο παραγωγής και διανομής του πλούτου.
Στη συνέχεια φαίνεται να αμφισβητεί ότι «οι προεγγράμματες τροφοσυλλεκτικές-κυνηγετικές κοινωνίες, στις απαρχές της ανθρωπότητας, χαρακτηρίζονταν από εξισωτικές δομές και αντιιεραρχικές σχέσεις», ειρωνευόμενος τον Μαρξ και τον Ρουσώ και παραγνωρίζοντας ή αγνοώντας διαγράφει με μια μονοκονδυλιά τα συμπεράσματα επιστημών όπως η ανθρωπολογία, παλαιοανθρωπολογία, αρχαιολογία, η κοινωνιολογία, η ιστορία κ.λπ. που τεκμηριώνουν την για πολλές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια ύπαρξη των κοινωνιών της ισοκατανομής που δεν είχαν, γιατί δεν χρειάζονταν, θεούς και εξουσίες. Μάλιστα για να συνηγορήσει υπέρ του «θρησκευτικού φαινόμενου και της θρησκευτικής ανάγκης των ανθρώπων» επιστρατεύει το επιχείρημα ότι αυτές οι κοινωνίες «πίστευαν στα πνεύματα», ταυτίζοντας τις όποιες υπαρξιακές ανησυχίες, τους φόβους από άγνοια και τους εφιάλτες των πρωτόγονων με τους σύγχρονους βίαιους και απατηλούς εξουσιαστικούς θρησκευτικούς μύθους που τους αποκαλεί ‘θρησκευτικό φαινόμενο’, παραγνωρίζοντας ή αγνοώντας τις στατιστικές ‘θεοσεβούμενων’ και μη σε σχέση με την δυστυχία, την αγραμματοσύνη και την ανέχεια, ή την ευημερία των κοινωνιών και των ανθρώπων που υπάρχουν άφθονες στο βιβλίο και τεκμηριώνουν τη σχέση ευθείας αναλογίας μεταξύ της άγνοιας, του φόβου, της δυστυχίας και της βίας με την ‘θρησκευτικότητα’ ή μη των ανθρώπων και των κοινωνιών.
Θα αρκεστώ σ’ αυτές τις λίγες παρατηρήσεις του Χάρη Ναξάκη, γιατί όλα τα άλλα, περί ‘αναγγελίας θανάτου χωρίς να υπάρχει πτώμα’, περί ‘εφτάψυχου θεού’, περί ‘δύναμης ή αδυναμίας του Λόγου’, περί ‘φόβου του θανάτου’ και περί Νίτσε που αναφέρει δεν έχουν καμιά σχέση με το βιβλίο το οποίο υποτίθεται ότι μελέτησε και κρίνει και θα περίμενε κανείς από έναν ‘καθηγητή οικονομικών’ να αναφερθεί ιδιαίτερα στα τμήματα του βιβλίου που πραγματεύονται τη σχέση μεταξύ της έννοιας του ‘θεού’-φετίχ και της πραγματικότητας του κεφαλαίου, στον πυρήνα, δηλαδή, της σχέσης μεταξύ θρησκείας και εξουσίας. Κι αυτό γιατί η ανθρώπινη τραγωδία, για την Πολιτική Οικονομία, δεν είναι αποτέλεσμα των όποιων υπαρξιακών, έστω και των αυστηρά προσωπικών μεταφυσικών ανησυχιών των ανθρώπων, αλλά της δράσης των οργανωμένων θρησκευτικών και εξουσιαστικών συμμοριών που ευνουχίζουν πνευματικά, λεηλατούν και καταδυναστεύουν την εργαζόμενη ανθρωπότητα. Οπότε το ζητούμενο παραμένει η ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και το χτίσιμο ενός καλύτερου κόσμου με όπλο την επιστημονικά έγκυρη και κοινωνικά χρήσιμη Γνώση που οδηγεί στην Αυτογνωσία, στην Επίγνωση και τελικά στην συνειδητοποίηση της ανάγκης για τη συνέχιση του διαχρονικού αγώνα των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού με στόχο την κοινωνική αυτοθέσμιση, την κοινωνική αυτοδιαχείριση της οικονομίας και την αμεσοδημοκρατική αυτοδιεύθυνση της κοινωνίας σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και οικουμενικό επίπεδο. Αλλά για να συμβεί αυτό οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε τη σχέση μεταξύ θρησκείας και εξουσίας για να μην σκιαμαχούμε με ανεμόμυλους, πράγμα που προσπαθεί να κάνει το βιβλίο ‘Θεός και Κεφάλαιο’, το οποίο ο Ναξάκης κατά έναν ιεροεξεταστικό τρόπο το ρίχνει με ιδιαίτερη ευκολία ως άχρηστο στην πυρά του σκοταδισμού.
Αναμφίβολα η κριτική ενός βιβλίου είναι χρήσιμη για τον συγγραφέα και τους αναγνώστες του βιβλίου όταν είναι ουσιαστική, πλήρης και υπεύθυνη, διαφορετικά αδικεί το βιβλίο και τον κριτή και παραπλανά το αναγνωστικό κοινό όταν είναι ‘ξεπέτα’ από καθέδρας, επιπόλαιη και μηδενιστική ή/και υποταγμένη σε προκρούστιες και μικροπολιτικές σκοπιμότητες.