Η μουσική του σκυλάδικου, που κυριαρχεί εδω και δεκαετίες στην Ελλάδα, είναι υπεύθυνη για τον μεταβολισμό του μουσικού αισθητηρίου και το κυκλοθυμικό του Ελληνα, άρα για την ροπή του πρός την ανυπακοή και την κοινωνική αταξία
1. Πρόλογος
Απο χρόνια τώρα θέλω να γράψω για την ελληνική μουσική. Γιατί η μουσική γενικά μ’ αρέσει, και μάλιστα πάρα πολύ, όμως αυτή την ελληνική μουσική που ακούω στα περισσότερα εστιατόρια του Βερολίνου με τα ονόματα απο την Αρχαιότητα, «Ακρόπολις», «Σωκράτης», «»Ποσειδών» κ.ο.κ. ούτε ελληνική είναι, ούτε και μου ανοίγει την όρεξη να φάω. «Σωκράτης» μ’ ένα σουβλάκια στο χέρι κι’ ένα μπουζούκι στο άλλο, που να τραγουδάει τα δακρύβρεχτα αμάν και ζαμάν, δεν γίνεται, πως να το κάνουμε. Το περασμένο Σάββατο, 14.05.2011, η Ελλάδα συμμετείχε στο Eurovision Song Contest, όπου το «Watch my dance» των Λούκα Γιώρκα και Stereo Mike κατέλαβε την έβδομη θέση. Ευκαρία να καταπιαστώ με το δύσκολο αυτό θέμα.
Ας πω όμως πρώτα δυό γενικές κουβέντες για τα άρθρα μου. Πολλοί μου γράφουν, ότι τα βρίσκουν μακροσκελή (τα λένε «σεντόνια»). Ναί, κάπως έτσι είναι. Πως όμως να εξετάσεις ένα θέμα χωρίς να μπείς σε βάθος και να κάνεις αντιπαραθέσεις με αντικρουόμενες γνώμες, προτού βρείς μια άκρη και διατυπώσεις την γνώμη σου; Ναί αγαπητοί μου, δεν μπορείς να γράψεις για ενα θέμα χωρίς έρευνα (investigative journalism) και διάρθρωση, δηλαδή με πρόλογο, επεισόδια και καθαρτική έξοδο, όπως την όρισε ο Αριστοτέλης στην Ποιητική του. Μια διάθρωση, που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα για την συγγραφή επιστημονικών και άλλων εργασιών και την οποια συνήθησα, από τότε που έγραψα την διδακτορική μου διατριβή στο Freie Universität Berlin. Ζητώ λοιπόν συγγνώμη, αν τα άρθρα μου πιάνουν 6-7 σελίδες. άλλα αρνούμαι να γράψω στο γόνατο, όπως ο Παπαχελάς, ο Πρετεντέρης, ο Τσίμας και οι άλλοι μαργαρίτες της ελληνικής δημοσιογραφίας. Τι να πείς για δύσκολα θέματα σε μισή κόλλα χαρτί;
Στο θέμα μου τώρα, την ελληνική μουσική, που βασικά είναι η μουσική του σκυλάδικου. Η θέση μου είναι, ότι η μουσική αυτή, που επικρατησε τα τελευταία πενήντα χρόνια, έχει μια πολιτική διάσταση, ότι είναι ένα μουσικό φέσι, που μας φόρεσε ο Ηγεμόνας την δεκαετία του 50 (1), με σκοπό την αραβοποίησή μας και την πολιτισμική αποκοπή της Ελλάδος απο τον κορμο των Βαλκανίων και της Ευρώπης. Το αποτέλεσμα αυτής της μουσικής και πολιτικής αραβοποίησής, είναι οι ψυχικές διαταραχές και η αστάθεια του θυμικού του Έλληνα, με τις τάσεις μανίας ή καταθλίψεως που αλληλοδιαδέχονται και κάνουν τους πολίτες, ιδίατερα την νεολαία, ευάλωτη σε κάθε είδους πολιτικά ιδεολογήματα και επιρρεπή στην επιθετικóτητα, την παραβατικóτητά, τους ξεσηκωμούς και τις φασαρίες.
Υπάρχουν ελπίδες ανανήψεως; Ναι, αλλα χρειάζεται πολιτική βούληση.
2. Λιγα για την μουσική
Είναι γνωστό εδω και τουλάχιστον 3000 χρόνια, ότι η μουσική έχει ευεργετικές – θεραπευτικές – επιπτώσεις στην ψυχή και το σώμα του ανθρώπου. Ενδυναμώνει το ανοσοποιητικό του σύστημα, χαλαρώνει τα νεύρα, επηρεάζει θετικά την ενεργητικότητα και γενικά εξευγενίζει την προσωπικότητα.
Η μουσική μπορεί όμως και να μας αρρωστήσει. Το νανούρισμα (έλα ύπνε και πάρετο…) αποκοιμίζει το παιδί, ένα μίζερο και κακόμοιρο τραγούδι όμως (τραγούδι: απο την τραγωδία!) όπως αυτά του Καζαντζίδη („πάρε τα χνάρια π‘ άφησαν τα μαύρα δάκρυά…ααα… μου – κι έλα απόψε να με βρεις εκεί στην ερημιά…ααα…μου“), μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη. Και μετά την κατάθλιψη έρχεται η μανιακή ευφορία, το σύνδρομο της διπολικής διαταραχής, όπως το ονομάζουν οι νευρολόγοι και οι ψυχίατροι. Η ασθένεια αυτή, απο την οποία κατα την γνώμη μου υποφέρουν πάρα πολλοί Έλληνες, χρειάζεται βέβαια μια κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, που ασφαλώς δεν είναι τα καταπραυντικά χάπια που ο Έλληνας τρώει σαν καραμέλλες. Ούτε και το σκυλάδικο, που ανακυκλώνει το καταθληπτικό συναίσθημα της „κακιάς μοίρας“ και της (κοινωνικής) „αδικίας“ με μια προσωρινή ευφορία, την οποία διαδέχεται η κατάθλιψη.
3. Η μουσική στην Ελλάδα
Επειδή η απάντηση στην ερώτηση, τι ή ποιά είναι σήμερα η ελληνική μουσική είναι δύσκολη, να πω τι νομίζω προσωπικά, ότι ΔΕΝ είναι ελληνική μουσική. Ελληνική μουσική λοιπόν δεν είναι αυτή που μετοίκησε στην Ελλάδα την εποχή της εθνοκάθαρσης (της κατ’ ευφημισμόν ονομαζόμενης ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας) απο τα κουτούκια και τα Καφε Σανταν ή Καφέ Αμαν, κοινώς μπουρδέλλα ή απο τα χασισοποτεία και χαμαιτυπία της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης και «μετεγκαταστάθηκε» πρωταρχικά στο λιμάνι του Πειραιά (Τρούμπα κ.λπ.) και κάπως λιγότερο στην Θεσσαλονίκη.
Το ότι η μουσική αυτή απο την διανόηση του 50 και μετέπειτα θεωρήθηκε σαν η μουσική της εργατιάς – λόγω της γειτνίασης των χαμαιτυπείων της Τρούμπας με το λιμάνι του Πειραιά – και ότι με την βοήθεια κάποιων επιφανών συνθετών της δήθεν Αριστεράς, ιδιαίτερα του Μίκη Θεοδωράκη, με τους Λαμπράκηδες και το ταχέως αναπτυσόμενο ραδιόφωνο, πέρασε στο ευρύτερο κοινό, δεν αλλάζει την προέλευση και το ποιόν της. Όπως και να το πάρουμε, η μουσική αυτή προέρχεται από την Μέση Ανατολή και την Μικρα Ασία, που ήταν ανέκαθεν η κοιτίδα των καθε είδους φιλοσοφικών δοξασιών, θρησκευμάτων και θρησκευτικών αιρέσεων, και αργότερα χώρος που ανθισε ο ασκητισμός (Βυζάντιο) και οι ντερβίσηδες (Οθωμανική Αυτοκρατορία). Όταν δε, ιδίως μετα τους διωγμούς, έφτασε στην Ελλάδα, είχε ήδη γίνει η μουσική των ρέμπελων, των περιθωριακών και των μαστουρωμένων, που «εργάζονταν» ή την βγάζανε στα λιμάνια της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης.
Αυτά σε ότι αφορά την ηρωοποιηθείσα και τοσο εκθειασθείσα ελληνική μουσική, που πάει ασορτί με την επίσημη ιστορία του ελληνικού κράτους, όπως διαβάζω και στην ανγγλική έκδοση της Wikipedia: «The music of Greece is as diverse and celebrated as its history. Traditional Greek music has many similarities with Byzantine music, especially with the Mediterranean, Aegean and Cycladic Island music culture and also with the music of Cyprus, with their modern popular music scenes remaining well-integrated. Music exists as a significant aspect of Hellenic culture, both within Greece and in the Diaspora» (2).
Κάπως έτσι τα λέει και ο Σ. Δ. Τόμπρας, Καθηγητής του Ωδείου Αθηνών, στην εργασία του «Η ελληνική μουσική στην σύγχρονη Ελλάδα»: «Όταν λοιπόν ύστερα από τα τετρακόσια χρόνια της τουρκοκρατίας η Ελλάδα ορθοπόδησε ως έθνος και ως κράτος, είχε δημιουργηθεί η εξής κατάσταση στις δύο πλευρές της Ευρώπης: Στην Ελλάδα ανθούσε ήδη το δημοτικό τραγούδι και το βυζαντινό μέλος, δύο στηρήγματα, γύρω από τα οποία ο ελληνισμός μπόρεσε να συσπειρωθεί και να διατηρήσει τα ήθη και τα έθιμά του, την γλώσσα του και την ψυχή του» (3).
Λοιπόν, έχουμε και λέμε. Πρώτα: Η εκκλησιαστική μουσική ούτε ελληνική, ούτε και βυζαντινή είναι, διότι προέρχεται απο την Παλαιστίνη, απ΄ όπου με την εξάπλωση του Χριστιανισμού πήρε το δρόμο προς την Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια. Θα απορήσει κανείς, αν ακούσει ψαλμωδίες απο εβραική συναγωγή (χάβρα), που δεν διαφέρουν σε τίποτε απο αυτές που ακούμε στις δικές μας εκκλησιασίες.
Πολύ κοντά σ’ αυτό το μουσικό είδος βρίσκεται και η τουρκική μουσική (Türk Halk Müziği), τα Tekke, τα Türkü και ιδιαίτερα τα ταξίμια, που κι’ αυτά έχουν μια καταπληκτική ομοιότητα με την ορθόδοξη εκκλησιαστική μουσική.
Μετά. Δεν ήταν μόνο ο Ελληνισμός που συσπειρώθηκε γύρω απο το „βυζαντινό μέλος“, αλλα το σύνολο των ορθόδοξων χριστιανών (Σέρβοι, Βούλγαροι κ.α.), που οι Οθωμανοί περιελάμβαναν στο χριστιανορθόδοξο Rum millet, το έθνος των Ρωμιών.
Τέλος. Όταν ο Σ. Δ. Τόμπρας αναφέρει, ότι στο ιδρυθέν ελληνικό κράτος «ανθούσε το δημοσικό τραγούδι», θα πρέπει να μας εξηγήσει και ποιό δημοτικό τραγούδι εννοεί. Το τραγούδι της Ηπείρου, της Κρήτης, του Αιγαίου, των Επτανήσων ή μήπως της Μακεδονίας (χάλκινα) και της Θράκης (γκάιντες, παιντούσκες), που μέχρι πρίν μερικά χρόνια ήταν σχεδόν απαγορευμένα και όταν τ’ ακούγαμε, μας λέγανε Βούλγαρους; Όλα τους δημοτικά τραγούδια, με σημαντικότατες όμως διαφορές μεταξύ τους. Μην ξεχνάμε και τις κατηγορίες, στις οποίες κάποιοι μουσικολόγοι της δεκάρας χώρισαν το ελληνικό τραγούδι (είπαμε, την τραγωδία!): Δημοτικό, ελαφρό, ελαφρολαικό, λαικό, έντεχνο, ρεμπέτικο και πάει λέοντας. Όλα τραγούδια, αλλά ποιό είναι γνωστό σαν το ελληνικό τραγούδι; Το τραγούδι του σκυλάδικου, το μπουζουκοτράγουδο!
4. Μουσική, μαφίες και πολιτική
Η Ελλάδα απο γεννησιμιού της ανήκε στη Δύση, γιατί έγινε για να ανήκει στη Δύση. Και για να παραμένει εκεί, έπρεπε να είναι πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά ασπόνδυλη, υπανάπτυκτη και αδύναμη. Κάθε προσπάθεια που έκανε για μια οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη ή για μια προσέγγιση στην Σοβιετική Ένωση (ή την Ρωσία μετά), την πλήρωνε με ένα σφοδρό πλήγμα, που την έριχνε δεκάδες χρόνια πίσω.
Την λεγόμενη εποχή του Ψυχρού Πολέμου, όταν για τον Ηγεμόνα υπήρχε ο «κίνδυνος» προσεγγίσεως της Ελλάδος στην Σοβιετική Ένωση, αποφασίσθηκε η υπαγωγή της στην Μέση Ανατολή, τουτέστιν η αραβοποίησή της. Επί „βασιλείας“ Henry Kissinger, μέλους των Bilderberger και σύμβουλου σε Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (National Security Advisor) στην κυβέρνηση Nixon. Και τον Σεπτέμβριο του 1974 ο ίδιος Kissinger είπε σε μια ομάδα επιχειρηματιών – υπάρχουν μάρτυρες – ότι «ο λαός των Ελλήνων είναι αναρχικός και δύσκολος να τιθασευθεί. Γι‘ αυτό πρέπει να χτυπηθεί βαθιά στις πολιτιστικές του ρίζες. Τότε ίσως αναγκασθεί να συμμορφωθεί. Εννοώ να πληγούν η γλώσσα του, η θρησκεία του, τα πνευματικά και ιστορικά του αποθέματα, ώστε να εξουδετερωθεί η δυνατότητά του να αναπτυχθεί, να διακριθεί και να επικρατήσει, ώστε να μην μας παρενοχλεί στα Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Μέση Ανατολή, σε όλη αυτή την νευραλγική περιοχή στρατηγικής σημασίας για μας“.
Τα αποτελέσματα της υπαγωγής της Ελλάδος στην περιοχή των κρίσεων και των διακρατικών συγγρούσεων ήταν για την Ελλάδα, και βέβαια για την ελληνική κουλτούρα, τραγικά. Στον τομέα της μουσικής οι ΗΠΑ, με τις διασυνδέσεις τους στην Ελλάδα, φρόντισαν, ώστε οι δισκογραφικές εταιρίες, κυρίως η Lyra, να μην δώσουν έκταση στην ανανεωτική τάση του ευρύτερου ελαφρού τραγουδιού που ανθούσε την δεκαετία του 50 και στις αρχές της δεκαετίας του 1960, το λεγόμενο „ελαφρό“ και αργότερα το γνωστό Νέο Κύμα (Γιάννης Σπανός, Διονύσης Σαββόπουλος, Αρλέτα, Καίτη Χωματά κ.ά.) αλλά να προβάλλουν αντ’ αυτού τα ινδικά και αιγυπτιακά τραγούδια (Καζαντζίδης με Σιγκοάλα και Μαντουμπάλλα κ.α.) και τα ανάλογα κινηματογραφικά φιλμ. Ο δρόμος για το αραβικό μπουζούκ και τα σκυλάδικα, συνεργούντος του «μεγάλου» Μίκη Θεοδωράκη, είχε ανοίξει διάπλατα.
Από τότε αυτό που λέγεται ελληνική μουσική αποφασίζεται απο μαφιόζικα οργανωμένες σπείρες σε συνεργασία με τα πουλημένα ελληνικά ΜΜΕ, ακόμη και την κρατική ΝΕΤ. Στην οποία βλέπω και ακούω στην μουσική εκπομπή «Στην Υγειά μας», φερ‘ ειπείν, που παρουσιάζει ένας Σπύρος Παπαδόπουλος, κάποιους καλοζωισμένους μουστακαλήδες, με ακριβά ρούχα κι’ ενα τσιγάρο στο στόμα, να παριστάνουν τον εργάτη, τον ρεμπέτη ή το κουτσαβάκι, ή κάποιες «ελαφρώς» ενδεδυμένες και μόλις εξελθούσες απ’ το κομμωτήριο σουρλουλούδες, ξανθοβαμένες, με ακριβα μοντελλάκια και μούτρα παστωμένα απ‘ τα καλλυντικά, να τραγουδάνε «λαικά» άσματα ή να χορέβουν τσιφτετέλια. Και αισθάνομαι ντροπή για την κατάντια μας. Αυτή είναι η ψυχαγωγία, δηλαδή η ψυχική αγωγή, που προσφέρει η κρατική τηλεόραση στον Έλληνα;
Βλέπω κι’ έναν Λευτέρη Παπαδόπουλο, μ’ ένα κομπολόι στο χέρι, να πέρνει συνεντεύξεις απο τραγουδιστές και συνθέτες που το παίζουν αντιστασιακοί (κάπως έτσι σαν τον Άκη, που ξημεροβραδυάζονταν στις χαρτοπαικτικές λέσχες του Μονάχου!). Ψάχνοντας δε στο Google διαπιστώνω, ότι ο άνθρωπος αυτός δεν είναι όποιος κι’ όποιος, αλλα ένας διαμορφωτής καταστάσεων, ένας, που σε συνεργασία με το συγκρότημα Λαμπράκη και την «Ελευθεροτυπία», κινεί τα νήματα στο ελληνικό τραγούδι, προβάλλοντας κάποιους επιλεγμένους καλλιτέχνες, τους ίδιους και τους ίδιους, που λυμαίνονται τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και συναυλίες. Συνάδελφός του Φυντανίδης της πρώην «Ελευθεροτυπίας», της φυλλάδας των πάσης φύσεως αναρχικών και τρομοκρατών, που κι‘ αυτός μετακόμισε στην ΝΕΤ, κουτσοί στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα. Τι κάνουν εκεί; Μα τί άλλο; Συντηρούν το σύστημα, που μας θέλει να είμαστε, όπως είμαστε.
Η μουσική είναι λοιπόν ένα πρώτης τάξεως εργαλείο, με το οποίο μπορείς μεσα σε μια-δυό γενιές ν‘ αλλάξεις τις μουσικές προτιμήσεις του Έλληνα, να μεταβολίσεις δηλαδή το μουσικό του αισθητήριο και το κυκλοθυμικό του. Τα συναισθήματα που εκφράζει το λεγόμενο ελαφρό τραγούδι της δεκαετίας του 50 με τους Aλέκο Σακελλάριο, Xρήστο Γιαννακόπουλο, Mίμη Tραϊφόρο, Γιώργο Oικονομίδη κ.α. (συνθέτες) και την Σοφία Bέμπο, την Δανάη, την Kάκια Mένδρη, την Pένα Bλαχοπούλου, τον Nίκο Γούναρη, τον Tώνη Mαρούδα, την Nινή Zαχά, την Στέλλα Γκρέκα κ.α. (τραγουδιστές/τραγουδίστριες) όπως και τα διάφορα «τρίο» (Tρίο Kιτάρα, Tρίο Kαντσόνε, Tρίο Mπελκάντο κ.ά., απέχουν παρασάγγας απο τους αναστεναγμούς και τα αναφιλητά του Καζαντζίδη, το „όταν θα πω τον πόνο μου“ του Στράτου Διονυσίου, το „εμένα μ’ έθρεψε τσιγγάνας γάλα“ του Μανώλη Αγγελόπουλου ή το „όλοι έχουμε γραμμένο που το λένε πεπρωμένο – και κανένας δεν μπορεί να τ‘ αποφύγει“ του Νταλάρα. Περισσότερη γυφτιά και κακομοιριά δεν γίνεται.
«Στην Ελλάδα είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μουσική πιο πολιτική από εκείνη του Μίκη», γραφει ο Νίκος Λυγερός. Ναι, η μουσική του προικισμένου αυτού συνθέτη ήταν – και εξακολουθεί να παραμένει – πολιτική, γιατί ήταν πάντα ένα εργαλείο, που χρησιμοποιήθηκε απο τον Ηγεμόνα για τον επηρρεασμό και ξεσηκωμό των μαζών. Ο Θεοδωράκης προωθήθηκε απο τον Ηγεμόνα για να οργανώσει τίς ταραχές των Λαμπράκηδων το 50/60 (την εποχή της «προβιάς»!), που σκοπό είχαν να διακόψουν την οικονομική ανάπτυξη που υπήρχε και τις κάποιες βλέψεις για προσέγγιση στην Σοβιετική Ένωση. Και μετα το 70 για να ξεσηκώσει με τις συναυλίες του στο εξωτερικό φοιτητές και διανοούμενους εναντίον της Χούντας, που δεν ήταν πλέον χρήσιμη σ’ αυτούς που την βοήθησαν να καταλάβει την εξουσία. Ποτέ η δεξιά του ίδιου και της αριστερής μας «διανόησης» δεν κατάλαβε, τι ποιεί η αριστερά της.
5. Η κατάσταση με λίγα νούμερα
Στις πωλήσεις albums και singles των τελευταίων 50 ετών στην Ελλάδα κυριαρχεί το «ελληνικό» ρεπερτόριο με σχεδόν διπλάσιες πωλήσεις απο το ξένο (4,3 εκατ. έναντι 2,9 εκατ.). Από τα πρώτα πέντε albums τα τρία ανήκουν στον Γιώργο Νταλάρα: «Τα τραγούδια μου» (1983) με 700.000 κομμάτια, το «Λάτιν» (1987) με 600.000 και το «50 χρόνια ρεμπέτικο τραγούδι» (1975) με 500.000 κομμάτια (4). Η «Μαντουβάλα» ή «Μαντουμπάλα» του Καζαντζίδη, που δεν αναφέρεται σ’ αυτή τη λίστα, είχε πουλήσει το 1959 πάνω από 100.000 δίσκους των 45 στροφών.
Κλαψιάρηδες και λαρυγγώφονοι τραγουδιστές (ένας μάλιστα τους ονομάζει κλαψομούνηδες) κυριαρχούν και εξουσιάζουν και σήμερα τα μουσικά γούστα του Έλληνα. Μόνο το „Υπάρχω“ του Καζαντζίδη έχει στο YouTube πάνω απο ένα εκατομμύριο ακροάσεις, πολύ υψηλά νούμερα έχουν και αλλες επιτυχιες του οπως η «Μαντουμπάλα» και η «Ζιγκουάλα». Υψηλά νούμερα ακροάσεων έχει και ο Γιώργος Νταλάρας («Δεν έκανα ταξίδια μακρινά» 680.000, «Στόπα και στο ξαναλέω» 650.000, «Παραπονεμένα λόγια» 300.000). Η κυριαρχουσα κλάψα και κακομοιριά φαίνεται και απο τα ιστολόγια για τον Καζαντζίδη, ανάμεσα στα οποία είναι και τα εξής:
• Ο επίσημος διαδικτυακός τόπος του Στέλιου Καζαντζίδη
• Το ιστολόγιο του Συλλόγου Φίλων Καζαντζίδη Αποκορώνα
• Καζαντζίδης 1931
• Στυλιανός Καζαντζίδης
• Ομάδα στο Pahtfinder μόνο για φίλους
• Ένα club στο Pathfinder
• Η επίσημη ιστοσελίδα του Συλλόγου Φίλων Στέλιου Καζαντζίδη Κιλκίς
• Η επίσημη ιστοσελίδα του Συλλόγου Φίλων Στέλιου Καζαντζίδη Εύβοιας
• Η επίσημη ιστοσελίδα του Συλλόγου Φίλων Στέλιου Καζαντζίδη Βόλου
• Μια ιστοσελίδα δύο φίλων του Στέλιου
• Το ιστολόγιο του Συλλόγου Φίλων Καζαντζίδη Βόλου (5).
Και για να γίνει πιο ζωνταντή η κυριαρχία της μαυρίλας στο ελληνικό τραγούδι, να αναφέρω, σε αντιπαράθεση με τις ακροάσεις του Καζαντζίδη, του Διονυσίου και των άλλων, ακροάσεις τραγουδιστών, που θα έπρεπε στην Ελλάδα να βρίσκονται στα Top: Οι Κατσιμιχαίοι έχουν στο YouTube γύρω στις 2.000 ακροάσεις, ο Σαββόπουλος γύρω στις 8.000. Σε ότι δε αφορά τις ακροάσεις που έχουν τα λεγόμενα δημοτικά τραγούδια, ηπειρώτικα, θρακικά κ.λπ. η κατάσταση είναι όντως δραματική, σπανίως υπερβαίνουν τις 1.000.
Πολλοί αποδίδουν, βλακωδώς, το μουσικό αυτό αισθητήριο και κατ’ επέκτασιν το κυκλοθυμικό του Έλληνα, στην δήθεν μεσογειακή μας ιδιοσυγκρασία. Λάθος μέγα. Η λεγόμενη ιδιοσυγκρασία είναι θέμα διαπαιδαγώγησης και εξαρτάται ελάχιστα απο τον τόπο που γεννηθήκαμε. Ότι ακούσουμε κατα την παιδική μας ηλικία, απο αγαπητά πρόσωπα, την μάνα ή τη γιαγιά μας, αυτό θα αγαπάμε. Και δυστυχώς σήμερα οι μάνες και οι γιαγιές τραγουδάνε τα τραγούδια της μαυρίλας και της συμφοράς.
6. Τι δεον γενέσθαι
«Η μουσική έχει απο όλες τις τέχνες την βαθύτερη επίδραση στο θυμικό. Γι’ αυτό ο νομοθέτης θα έπρεπε να την υποστηρίξει περισσότερο απο ότι άλλο». Αυτό το είπε ο Napoleon Bonaparte, ο Μέγας Ναπολέων. Το λέει και ο Σ. Δ. Τόμπρας: «Κατά την γνώμη μου αυτό έγινε επειδή έλειψε από την Ελλάδα μια υπεύθυνη μουσική πολιτική ικανή να συλλάβει το θέμα στις πραγματικές του διαστάσεις (6). Τί έκανε όμως ο έλληνας νομοθέτης για να την υποστηρίξει; Τίποτε. Δια της απραξίας και ανικανότητάς του, την άφησε στην τύχη – και στα χέρια – εκείνων που ποδηγετούν την Ελλάδα. Τα αποτελέσματα τα βλέπουν όλοι, όσοι έχουν μάτια για να βλέπουν: Δεν είναι μόνο η μιζέρια, η απαισιοδοξία και η αφασία, που συμβαδίζουν με το είδος μουσικής που ακούμε στην Ελλάδα, αλλα και η αναρχία, η ανομία, η παραβατικότητα, το κάνω ότι θέλω, το δεν πληρώνω, δεν πάω στο γραφείο. Η διπολική διαταραχή του Έλληνα.
Η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει. Οι σχηματισθείσες μαφίες στα ΜΜΕ και την μουσική, που «κόλλησαν» σαν βδέλες σε καίριες θέσεις του κράτους και εμποδίζουν κάθε τι το νέο και δημιουργικό, θα πρέπει πάραυτα να απομακρυνθούν, αρκετό κακό κάνανε μέχρι σήμερα. Εύκολο να το πείς, δύσκολο να το κάνεις, γιατί προκειμένου να χάσουν τα προνόμια που απολαμβάνουν, θα αντισταθούν με χέρια και με πόδια. Δύσκολο επίσης, γιατί τα άτομα αυτά έχουν χαιρουν της εμπιστοσύνης του Ηγεμόνα και με την τυχόν απομάκρυνσή τους απειλούνται και τα ίδια του τα συμφέροντα στην Ελλάδα.
Άλλος τρόπος όμως δεν υπάρχει. Κάνω μερικές ελεύθερες σκέψεις. Θεωρώ απόλυτα αναγκαίο, να ιδρυθεί ένα Ινστιτούτο Ελληνική Μουσικής, επανδρωμένο με επαίοντες και όχι με ρεμπετολόγους και λάτρεις της „εργατιάς“. Το ινστιτουτο αυτό θα ερευνά και θα συγκεντρώνει όλα τα είδη μουσικής που υπάρχουν στην Ελλάδα, θα δημοσιεύει τις έρευνές του και θα κάνει προτάσεις για μια μουσική παιδεία, που θα λαβαίνει υπ’ όψιν όλες τις μουσικές που παίζονται σε κάθε περιοχή της Ελλάδος: Απο το κλαρίνο και το ούτι μέχρι την λύρα και τον κεμεντσέ. Και θα βρεί το νέο ελληνικό και αισιόδοξο άσμα, που θα προωθήσει η κυβέρνηση απο όλα τα Μέσα που διαθέτει.
Θα πρέπει επίσης στο Υπουργείο Πολιτισμού να δημιουργηθεί ένα τμήμα που θα ασχολείται με τα μουσικά πράγματα του τόπου και όχι μόνο επιλεκτικά, με κάποιες συναυλίες και παρόμοια. Το Υπουργείο Τύπου θα πρέπει να μεριμνήσει, ώστε τηλεόραση και ραδιόφωνα να προβάλλουν την ελληνική μουσικη που αποφάσισε το προταθέν ινστιτούτο, σε συνεργασία με τα υπεύθυνα υπουργεία. Το δε ευρισκόμενο σε αφασία Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού θα πρέπει να ενεργοποιηθεί και μέσω των κατα χώραν Ομοσπονδιών, Κοινοτήτων, εθνικοτοπικών οργανώσεων, πολιτιστικών και αθλητικών συλλόγων να μεριμνήσει για την μουσική διαπαιδαγώδηση των νέων γενιών, που σήμερα δεν έχουν άλλη δυνατότητα απο το να πάρουν μαθήματα για μπουζούκι και μετα να κάνουν μουσικά σχήματα με βασικό ρεπερτόριο «Το βαπόρι απ’ τη Περσία – πιάστηκε στη Κορινθία – τόνοι έντεκα γεμάτο – με χασίσι μυρωδάτο – τώρα κλαιν’ όλα τα αλάνια – που θα μείνουνε χαρμάνια». Αυτή είναι η μουσική διαπαιδαγώγηση της ελληνικής νεολαίας, στο Βερολίνο και αλλού.
Κλείνοντας να πώ και δύο λόγια για το ελληνικό τραγούδι την σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, την οποία ο Ηγεμόνας προωθεί με συνεχώς αυξανομενη ταχύτητα. Αυτή η μουσική παγκοσμιοποίηση, που γίνεται με τα χαζοχαρούμενα τραγουδάκια Made in USA, μετα την Ευρώπη φαίνεται να έφτασε και στην Ελλάδα. Και τώρα τί κάνουμε; Μπρός γκρεμός, η μαυρίλα και κακομοιριά του σκυλάδικου και πίσω ρέμμα, τα τραγουδάκια της αποβλάκωσης! Υπάρχει λύση; Το «ελληνικό» τραγούδι είναι, είτε το θέλουμε, είτε όχι, ένα εξωτικό φρούτο. Όσοι πιστεύουν, ότι στους Γερμανούς αρέσουν τα μπουζουκοτράγουδα, δεν κατάλαβαν τίποτε, οι Γερμανοί τα ακούνε, υποχρεωτικά, όταν πάνε να φάνε σε ένα ελληνικό εστιατόριο. Και με την ισοπέδωση της παγκοσμιοποίησης το τραγούδι αυτό θα γίνει ακόμη πιο εξωτικό. Και επειδή στην Ελλάδα έχουμε με τον Geoffrey εναν τυπικο βαστάζο της παγκοσμιοποίησης, η λύση είναι μία: Η ριζική αλλαγή του κράτους και της ελληνικής κουλτούρας. Πώς; Το διαδίκτυο βρίθει εναλλακτικών λύσεων.
Υποσημειώσεις
1. Ο όρος Ηγεμόνας χρησιμοποιείται εδώ σαν συνώνυμο της δυναστείας των Rothschilds, μιας ιεραρχικά δομημένης πυραμίδας, η οποία περιλαμβάνει όλα τα παρακλάδια, τους βαστάζους και τους νεροκουβαλητάδες της απο τον διεθνή χώρο του χρηματοπιστωτικού συστήματος, των Μέσων Μαζικής Επιρροής και των πολιτικάντηδων
2. Βλεπε στο Music of Greece
3. Σ. Δ. Τόμπρα «Η ελληνική μουσική στην σύγχρονη Ελλάδα»
4. Βλέπε στο tralala.gr
5. Βλέπε στο http://stelioskazantzidis.blogspot.com/
6. Όπως στην παραπάνω υποσημείωση 3.