Ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε
29.03.2024
  • Allgemein
  • Diktatur/Δικτατορία
  • Brain Drain
  • Balkan/Βαλκάνια
  • Bücher/Βιβλια
  • Medien/Μαζικά Μέσα
  • Minderheiten, Migranten/Μειονότητες, Μετανάστες
  • Kriege, Flüchtlinge/Πόλεμοι, Φυγάδες
  • Sprache/Γλώσσα
  • Gesellschaft, Meinung/Κοινωνία, Γνώμη
  • Nationalismus/Εθνικισμοί
  • Thema/Θέμα
  • Termine/Εκδηλώσεις
  • Geopolitik/Γεωπολιτική
  • Politik/Πολιτική
  • Terrorismus/Τρομοκρατία
  • FalseFlagOps/Επιχ. με ψευδή σημαία
  • Hellas-EU/Ελλάδα-Ε.Ε.
  • Wirtschaft-Finanzen/Οικονομία-Οικονομικά
  • Religion/Θρησκεία
  • Geschichte/Ιστορία
  • Umwelt/Περιβάλλον
  • Korruption/Διαφθορά
  • Reisen/Ταξιδιωτικά
  • Musik/Μουσική
  • Kunst/Τέχνη, Λογοτεχνία
  • Küche/Κουζίνα
  • kachelmannwetter.com
    Εδω διαβαζετε τις καινουργιες  ελληνικες και γερμανικες εφημεριδες
    Hier lesen Sie  griechische  und deutsche Zeitungen 

    Ποντιακό Γκέτο


    Ευγενία Φυλακτού

    Η κοινωνική ποιητική των Ποντίων και η συγκρότηση της ποντιακής υποκειμενικότητας

     

    Το παρακάτω κείμενο βασίστηκε σε εκτεταμένα αποσπάσματα
    από την παρουσίαση τού βιβλίου τού Άκη Γαβριηλίδη
    Εμείς οι έποικοι,
    που έγινε στον «Ελεύθερο Κοινωνικό Χώρο Nosotros» στις 6 Μαΐου 2014.

    Η επιλογή των αποσπασμάτων, η απομαγνητοφώνησή τους,
    η προσαρμογή τους στο γραπτό λόγο, η ένταξή τους σε θεματικές ενότητες,
    η εικονογράφηση, ο τίτλος και οι υπότιτλοι
    έγιναν με μέριμνα τής «
    Ελεύθερης Έρευνας».

     

    Η συγκρότηση τής ποντιακής υποκειμενικότητας στην Ελλάδα μετά τις δύο πρώτες δεκαετίες τού 20ού αιώνα, είναι ένα πάρα πολύ ιδιαίτερο φαινόμενο. Επί έναν αιώνα υπάρχει μία ταυτότητα, υπάρχουν άνθρωποι ηλικίας δέκα, είκοσι χρονών στη Βέροια, στην Κοζάνη και επίσης στο Ντίσελντορφ, στο Τορόντο, στη Μελβούρνη, στο Όσλο, οι οποίοι αν τους ρωτήσεις «τί είσαι εσύ;», σου απαντούν: «είμαι πόντιος».

    Δηλαδή, αυτοπροσδιορίζονται με βάση μιά γεωγραφική περιοχή, από την οποία όμως, δέν έχουν περάσει ή μπορεί να έχουν περάσει μόνον ως τουρίστες. Δέν έχουν ζήσει ούτε αυτοί, ούτε οι γονείς τους, ούτε οι παππούδες τους πλέον κι ούτε τίθεται ζήτημα να πάνε ποτέ να εγκατασταθούν εκεί. Αυτό είναι πολύ περίεργο. Δέν γνωρίζω κάποια άλλη παρόμοια περίπτωση.

    Στην ελληνική κοινωνία, αυτό που λένε κάποιοι άλλοι, όπως π.χ. «εγώ είμαι μακεδόνας», ενδεχομένως να έχει και κάποια στοιχεία αλυτρωτισμού. Όταν όμως κάποιος λέει «εγώ είμαι πόντιος», αυτό είναι διαφορετικό. Ο Πόντος είναι μιά υπαρκτή περιοχή, που ανήκει εξ ολοκλήρου σε ένα άλλο κράτος.

    Ο Απόλλων Καλαμαριάς μετονομάστηκε σε Απόλλωνα Πόντου, δηλαδή φέρεται μία ομάδα να είναι από μία περιοχή, που ανήκει σε κάποιο άλλο κράτος. Αυτό δέν είναι αλυτρωτισμός, είναι όμως, ένα πολύ ιδιόμορφο φαινόμενο. Εμπεριέχει μιά αντίσταση.

    Ο Άκης Γαβριηλίδης γεννήθηκε το 1964 στη Θεσσαλονίκη.

    Σπούδασε νομικά στο Α.Π.Θ. και υποστήριξε διδακτορική διατριβή Φιλοσοφίας τού Δικαίου στην ίδια σχολή. Από το 1995 ζει στις Βρυξέλλες, όπου απασχολείται επαγγελματικά ως μεταφραστής και ερασιτεχνικά ως ραδιοφωνικός παραγωγός.

    Πολυάριθμα πρωτότυπα κείμενα και μεταφράσεις του έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά τής Ελλάδας, τής Κύπρου, των ΗΠΑ, τής Αγγλίας και τού Βελγίου, καθώς και στο διαδίκτυο (ιδίως στο blog: nomadicuniversality).

    Επίσης, άρθρα του έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά, τα πορτογαλικά, τα ισπανικά και τα σερβοκροάτικα.

    Bιβλία του:
    – «Η δημοκρατία κατά τού φιλελευθερισμού. Η έννοια τού φυσικού δικαίου στη φιλοσοφία τού Σπινόζα», έκδ. «Ελληνικά Γράμματα», Αθήνα 2000.
    – «Η αθεράπευτη νεκροφιλία τού ριζοσπαστικού πατριωτισμού: Ρίτσος-Ελύτης-Θεοδωράκης-Σβορώνος», έκδ. «futura», Αθήνα 2006.
    – «Η συνέχιση τού εμφυλίου με άλλα μέσα», έκδ. «ΚΨΜ», Αθήνα 2007.
    – «Στον κόσμο των αυθεντικών είμαστε όλοι ξένοι», έκδ. «Πανοπτικόν», Θεσσαλονίκη 2007.
    – «Mπίλι Ουάιλντερ: Η αυτοκριτική τού χολιγουντιανού θεάματος», έκδ. «Αιγόκερως», Αθήνα 2009.
    – «Λένε όχι, λέω ναι. Τρία κείμενα γιά τον Άκη Πάνου», έκδ. «Ένεκεν», Θεσσαλονίκη 2012.
    – «
    Εμείς οι έποικοι. Ο νομαδισμός των ονομάτων και το ψευδοκράτος τού Πόντου», έκδ. «Ισνάφι», Iωάννινα 2014.

     

    Υιοθέτηση τής εθνικής αφήγησης
    Ο Μάικλ Χέρτσφελντ είναι ένας αμερικανός ανθρωπολόγος, που έκανε έρευνα κυρίως στην Κρήτη κι ιδιαίτερα στα Ζωνιανά (πριν γίνουν διάσημα). Ανέπτυξε την έννοια τής cultural intimacy, τής πολιτισμικής οικειότητας, όπως το έχουν πει στα ελληνικά. Ανέδειξε, ότι οι κρητικοί, οι οποίοι επίσης είναι μία συγκρίσιμη περίπτωση, όπως και οι κύπριοι, αναδέχθηκαν την ελληνική εθνική αφήγηση. (Η Κρήτη εντάχθηκε αργότερα στο ελληνικό κράτος). Γι’ αυτούς ελληνικότητα σημαίνει αντίσταση, να αντιστέκεσαι στην εξουσία. Οι κρητικοί αυτό το εφάρμοσαν στους εαυτούς τους και αντιστέκονται στην Ελλάδα, στο ελληνικό κράτος.

    Νομίζω, ότι οι πόντιοι αποτελούν μιά πιό κραυγαλέα περίπτωση, διότι οι πόντιοι υιοθέτησαν εξ ανάγκης την εθνική αφήγηση. Είπαν «εμείς είμαστε έλληνες, είμαστε τριχιλιετείς, είμαστε πιό έλληνες από τους έλληνες». Θα σου πούν, ότι είναι απόγονοι τού Ιάσωνα, τής Αργοναυτικής εκστρατείας κ.λπ. κι ότι είναι παλιννοστούντες.

    Παλιννοστούντες;
    Ο όρος παλιννοστούντες επινοήθηκε
    γι’ αυτούς, που ήρθαν τη δεκαετία
    τού ’90 από τη Σοβιετική Ένωση.
    Είναι γραφειοκρατικός όρος. Η λέξη
    σημαίνει αυτοί, που γυρίζουν
    στην πατρίδα τους.
    Αλλά ποιοί γυρίζουν; Δέν μπορεί κάποιος
    να λείπει 3.000 χρόνια και να λέει«είχα πεταχτεί και γύρισα». Πού είχε πάει;Δέν πρόκειται γιά παλιννοστούντες, λοιπόν.
    Πρώτη φορά ήρθαν, αλλά υπάρχει αυτή
    η φαντασίωση, ότι παλιννόστησαν, ότι
    γύρισαν στην πατρίδα τους. Πατρίδα τους
    όμως, είναι κι εκεί.

    Το παρχάρ (υψίπεδο) είναι ένα

    σημαντικό γεωγραφο-κοινωνικο-
    ανθρωπολογικό στοιχείο γιά τη
    συγκρότηση τής ποντιακής
    υποκειμενικότητας στην Ελλάδα.

      
    Σχιζοφρενικό
    το: «πιό έλληνες απ’ τους έλληνες»
    Αυτό, που υποστηρίζεται από ορισμένους πόντιους, ότι είναι «πιό έλληνες από τους έλληνες», είναι πάρα πολύ περίεργο. Είναι σχιζοφρενικό, μπορεί να οδηγήσει στην ψύχωση. Ένα υποκείμενο, που συγκροτείται πάνω σε κάτι τέτοιο, απαιτεί πάρα πολλές προσαρμογές κι επιδεξιότητες, τις οποίες μας παρουσιάζει η κοινωνική ποιητική (όρος τού Χέρσφελντ), η οποία έχει μιά τρομερή δημιουργικότητα.

    Το βιβλίο Εμείς οι έποικοι δέν είναι εναντίον κάποιου. Θεωρώ πάρα πολύ γοητευτικό το φαινόμενο αυτό. Έστω κι αν έχει απεχθείς πλευρές με την εκδοχή τού ποντιακού κινήματος, με τη γενοκτονία κι όλα αυτά, που γνωρίζουμε κι έγιναν δημόσιο κι εθνικό ζήτημα τα τελευταία είκοσι χρόνια κι όντως υιοθετούν ένα λόγο τού ελληνικού εθνικισμού, θεωρώ, ότι υπάρχει μιά κοινωνική ποιητική πίσω από αυτό.

    Υπάρχει μιά στρατηγική ουσιοκρατία. Οι πόντιοι δηλαδή, υιοθετούν το «πιό έλληνες από τους έλληνες», γιατί δέν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο. Κατάλαβαν, ότι ήρθαν εδώ, που είναι Ελλάδα κι όποιος δέν ήταν έλληνας δέν θα περνούσε καλά, θα ήταν πολίτης δεύτερης, τρίτης κατηγορίας. Γιά να μήν γίνει αυτό είπαν: «Τί θέλετε, βρε παιδιά; Έλληνες; Έλληνες! Έχουμε ελληνικά στοιχεία. Ο χορός μας δέν είναι σέρρα, είναι πυρρίχιος, ο κεμεντζές μας δέν είναι κεμεντζές, είναι ποντιακή λύρα». Έγινε μιά προσαρμογή, έγιναν μεταβαπτίσεις.

    Αλλά κάτι περίσσευε. Έμεινε κάτι, το οποίο το επιτελούν ιδιωτικά. Σε ιδιωτικούς χώρους, σε εύξεινες λέσχες, σε ποντιακά σκυλάδικα, στην Παναγία Σουμελά, στα παρχάρια κ.α. το κάνουν κατά τρόπο, ώστε να μήν προσβάλλουν, να μήν φτάνουν ποτέ ως την άκρη, που να φαίνεται, ότι είναι κάτι άλλο, ότι δέν είναι έλληνες.

    Αυτό, το «είμαστε πιό έλληνες» από τους έλληνες συγκροτεί μιά πολύ ιδιόμορφη υποκειμενικότητα, διότι αν εσύ είσαι πιό έλληνας τότε οι άλλοι έλληνες τί είναι; Είναι ένα μέτρο σύγκρισης, το οποίο όμως, βρίσκεται να υστερεί σε σχέση με τον εαυτό του, γιατί εάν οι πόντιοι είναι πιό έλληνες από τούς έλληνες, οι άλλοι έλληνες είναι λιγότερο ο εαυτός τους και κάποιος άλλος είναι πιό πολύ ο εαυτός τους.

    Η επιθυμία γιά ποντιακό κράτος

    Πάνω σε αυτό υπάρχει μιά ολόκληρη κοινωνική ποιητική, άρρητη, που δέν υπάρχει στο δημόσιο χώρο. Υπάρχει προσεκτικά, υπαινικτικά. Θεωρώ από το υλικό, που συγκέντρωσα και μελέτησα, ότι είναι πολύ σαφής μία επιθυμία γιά ένα άλλο κράτος. Επιθυμία γιά ποντιακό κράτος υπήρξε τη δεκαετία τού 1910, που ματαιώθηκε.

    Υπάρχει μιά μαρτυρία τού Κωνσταντίνου Φωτιάδη, ο οποίος ήταν αυτός, που έθεσε στο δημόσιο χώρο την έννοια τής ποντιακής γενοκτονίας. Ο ίδιος αυτός άνθρωπος με αξιοθαύμαστη ειλικρίνεια έχει φέρει στο φως ενέργειες τού μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθου και άλλων πρωτεργατών αυτής τής προσπάθειας γιά ποντιακό κράτος, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τη θανάτωση πολλών χιλιάδων ποντίων.

    Πήγε ο Χρύσανθος στην Τραπεζούντα και συνάντησε τον Βενιζέλο. Εκείνη την εποχή αρκετές χιλιάδες πόντιοι στις ακτές τής Οδυσσού πέθαιναν, τους έτρωγαν τα τσακάλια, υπάρχουν κάτι τέτοιες περιγραφές. Υπό αυτές τις συνθήκες, τις οποίες γνώριζε ο Χρύσανθος, βρήκε τον Βενιζέλο και τού είπε να μή στείλει τα καράβια να τους πάρουν αυτούς, γιατί είναι μπολσεβίκοι και ύποπτης καταγωγής. Είναι σλαβόφωνοι, είπε, κι έχουν απωλέσει την ελληνική ψυχή τους. Ο Βενιζέλος τον πίστεψε, δέν έστειλε τα καράβια κι έτσι πέθαναν αρκετές χιλιάδες.

    Αυτό ο μητροπολίτης το έκανε γιατί αν έφευγαν αυτές οι χιλιάδες πόντιοι από εκεί δέν θα είχε μετά το επιχείρημα να πάει στον πρόεδρο και να πει εγώ έχω συμπαγή πληθυσμό, κάντε μου ποντιακό κράτος.

    Η επιθυμία γιά ποντιακό κράτος έσβησε, αλλά αυτοί που έφτασαν στην Ελλάδα έπρεπε να κουβαλήσουν το πένθος, το οποίο δέν μπορούσαν να τελέσουν δημόσια. Το πένθος και γιά τους νεκρούς και γιά το ποντιακό κράτος, που τους σκότωσε.

    Το θέμα είναι πάρα πολύ εντυπωσιακό. Οι άνθρωποι αυτοί έζησαν έναν αιώνα χωρίς να μάθουμε τίποτα εμείς.

    Πώς το ποντιακό έγινε εθνικό ζήτημα

    Το τραγούδι «Λαϊστέρα»,
    που βγήκε το 1987, όταν
    περίπου άρχισε κι ο λόγος
    περί γενοκτονίας, αποτελεί
    μιά προσπάθεια να τεθεί
    στο δημόσιο χώρο η
    ποντιακή ιδιαιτερότητα.
    Έως τότε ούτε ο Χάρρυ
    Κλυνν (Βασίλης Τριαντα-
    φυλλίδης) ούτε κάποιος
    άλλος είχε βγάλει κανένα
    τραγούδι, το οποίο να ήταν
    εξ ολοκλήρου στα ποντιακά.Υπήρχε βέβαια ένα γκέτο
    στη Θεσσαλονίκη και σε
    άλλες πόλεις, υπάρχουν
    ποντιακά νυκτερινά κέντρα
    και δισκοπωλεία, που πουλάνε
    δίσκους με ποντιακά
    τραγούδια.
     

    Λαϊστέρα (κουνίστρα).
    Ένα σατιρικό τραγούδι τού πόντιου Χάρρυ Κλυνν,
    το πρώτο, που κυκλοφόρησε ευρέως
    με εξ ολοκλήρου στίχους στα ποντιακά.

     Υπάρχει μιά ολόκληρη παραγωγή με κεμεντζέδες κ.λπ., που τα αγοράζουν οι ίδιοι οι πόντιοι μεταξύ τους μιάς και δέν ενδιαφέρεται και κανένας άλλος να τα αγοράσει.

    Ο Χάρρυ Κλυνν έκανε ένα coming out, όπως κάποιοι άλλοι το έκαναν με το αίτημα τής γενοκτονίας. Έτσι το θέμα έγινε εθνικό ζήτημα, που απασχολεί τη δημόσια σφαίρα όλης τής χώρας και τής διασποράς επίσης. Δέν απασχολεί το γκέτο, τους ίδιους τους πόντιους, αλλά την κρατική μηχανή, το Υπουργείο Εξωτερικών το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού κ.λπ..

    Γίνεται ένα εργαλείο, με το οποίο οι πόντιοι λένε στο ελληνικό κράτος, ότι τους χρωστάει κάτι. Έχω μία πίκρα από σένα. Ευκαιρία να την επανορθώσεις. Κάνε κάτι, δείξε, ότι με αγαπάς. Και το ελληνικό κράτος δέχεται ευχαρίστως την πάσα αυτή, διότι η Τουρκία κατηγορείται, ότι έκανε τη γενοκτονία.

    Αναμφίβολα οι πολλές θανατώσεις, ακρωτηριασμοί, ταλαιπωρίες, ασθένειες κ.λπ. καταστροφές, τις οποίες υπέστησαν οι πληθυσμοί (και πολλών άλλων περιοχών, βέβαια) οφείλονται στη συγκρότηση των εθνών στα Βαλκάνια.

    Ο ζουρλομανύδας τού έθνους-κράτους
    Τα Βαλκάνια ήταν ένας χώρος, που οι άνθρωποι κυκλοφορούσαν κι εγκαθίσταντο ελεύθερα, όπου ήθελαν επί αιώνες. Ξαφνικά, έπεσε ο ζουρλομανδύας τού έθνους-κράτους και γιά να συγκροτηθούν αυτά τα έθνη-κράτη, όσοι περίσσευαν έπρεπε να σφαγούν. Αυτό δέν αφορά ένα συγκεκριμένο κράτος, έτσι έκαναν όλα. Από τον Κολοκοτρώνη στην Τρίπολη (διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Από την Τριπολιτσά στην… Τρόικα), μέχρι τον Κάραζιτς περίπου η ίδια δουλειά γίνεται.

    Γενοκτονία:
    Πραγματικότητα ή μύθος;

    Η γενοκτονία είναι μία έννοια ταυτόχρονα νομική και ιστορική, η οποία προκύπτει μία συγκεκριμένη στιγμή. Δέν υπήρχε πάντα. Προέκυψε από μιά διεθνή σύμβαση, που υπογράφτηκε το 1947 με βάση την εμπειρία τού ολοκαυτώματος, όπως ονομάστηκε η εξόντωση των εβραίων. Γιά πολύ καιρό στον όρο ενέπιπτε μόνο η εξόντωση των εβραίων. Αργότερα και των αρμενίων, η οποία έγινε ομόφωνα αποδεκτή εκτός βέβαια από την Τουρκία.

    Γιά τους πόντιους αρχίζει και διατυπώνεται η θεωρία περί γενοκτονίας στα τέλη τής δεκαετίας τού 1980. Προηγουμένως δέν υπήρχε. Φυσικά, υπήρχαν άλλοι όροι, όπως σφαγή, διωγμός, καταστροφή. Ήταν προφανές, ότι σφαγιάστηκαν άνθρωποι, έχασαν τη ζωή τους, την περιουσία τους κ.ά..

    Εγώ (σ.σ. ο συγγραφέας κ. Άκης Γαβριηλίδης) αν και τυπικά είμαι νομικός βέβαια, στο βιβλίο μου δέν έχω δώσει απάντηση αν έγινε γενοκτονία ή όχι. Με ενδιαφέρει από ανθρωπολογική ματιά τί κάνουν οι άνθρωποι, όταν βγαίνουν και λένε, ότι έγινε γενοκτονία. Γιατί τότε; ποιοί άνθρωποι; και πού;

    Πολλές γενοκτονίες
    Αλλά κάνω κι έναν παραλληλισμό, ότι γιά τη συγκρότηση και την εθνική ομογενοποίηση τού τουρκικού έθνους-κράτους άλλοι σφαγιάστηκαν κι άλλοι διώχθηκαν. Αλλά και γιά την καθαρότητα τού ελληνικού έθνους, γιά τον ίδιο σκοπό δηλαδή, έχασαν τη ζωή τους πολλές δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων. Γιατί όμως, η μία είναι γενοκτονία και η άλλη δέν είναι; Ποιός έκανε γενοκτονία; Αν έκανε ο ένας, μήπως έκανε κι ο άλλος;

    Το ποιός έκανε γενοκτονία το αποφασίζει ένα διεθνές δικαστήριο. Εγώ δέν είμαι τέτοιο, ούτε κανείς άλλος είναι εξ άλλου.

    Η επίκληση τού γεγονότος αυτού έχει ένα πολιτικό και ιδεολογικό αποτέλεσμα, το οποίο προσπαθούν να επιτύχουν πολλοί. Δηλαδή γιά παράδειγμα, άρχισε και η Αλβανία να προωθεί στο κοινοβούλιο τη γενοκτονία των τσάμηδων από την Ελλάδα. Βγήκαν κι οι ινδιάνοι τής Αμερικής (κι έχουν πολύ δίκιο εξ άλλου) και λένε, ότι οι ΗΠΑ κτίστηκαν πάνω στη γενοκτονία τους. Αν αρχίσουν να το χρησιμοποιούν όλοι μετά χάνει και την αξία του, δηλαδή ο καθένας μπορεί να λέει, να κι εγώ έπαθα γενοκτονία και να το θεμελιώνει κιόλας.

    Οπότε δέν μπαίνω σε αυτό, αλλά μπαίνω στο ερώτημα γιατί και πότε κάποιοι αρχίζουν και λένε, ότι έγινε γενοκτονία και τί νομίζουν, ότι πετυχαίνουν με αυτό.

     

    Στο βιβλίο του

    Εμείς οι Έποικοι. Ο νομαδισμός των ονομάτων και το ψευδοκράτος τού Πόντου (έκδ. «Ισνάφι», Ιωάννινα, 2014), ο κ. Γαβριηλίδης ασχολείται με το πολύ ιδιαίτερο φαινόμενο τής συγκρότησης τής ποντιακής υποκειμενικότητας στην Ελλάδα μετά τις δύο πρώτες δεκαετίες τού 20ού αιώνα.Η εργασία αυτή υποβλήθηκε ως μεταδιδακτορική έρευνα Πολιτικής Ανθρωπολογίας στο πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

    Πρόκειται γιά ένα βιβλίο καταιγιστικό, απολαυστικό στην ανάγνωση, που σε πολλά σημεία με γλαφυρό τρόπο ανατινάζει την ελληνική εθνική αφήγηση.

     


    Η γενοκτονία των ποντίων από την Ελλάδα
    Η περίπτωση των ποντίων ήταν μιά στιγμή στην τεχνογνωσία των στρατοπέδων συγκέντρωσης, που σταδιακά οικοδόμησε το ελληνικό κράτος. Αυτή η τεχνογνωσία ξεκίνησε το 1912, όπου αξιοποιήθηκε γιά τούρκους στρατιώτες, οι οποίοι είχαν παραδοθεί κατά την κατάληψη τής Θεσσαλονίκης και παρά τη συμφωνία γιά καλούς όρους διαβίωσης και την επιστροφή τους μετά τη λήξη τού πολέμου στην πατρίδα τους, τους πήγαν σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης.

    Στο μέρος αυτό βρέθηκε μετά από δέκα χρόνια πρόσφυγας ο πόντιος Ευτύχιος Γιαρένης, τριών χρονών τότε. Μέσα από διάφορες επαγγελματικές δραστηριότητες, ανάμεσα στα άλλα πλανόδιος έμπορος υφασμάτων, πλαστιγγοποιός, έγινε και βουλευτής τής ΕΔΑ. Κατέγραψε αυτή την εμπειρία του, αρκετά χρόνια αφ’ ότου την βίωσε, όταν βρέθηκε ξανά σε μιά αντίστοιχη κατάσταση:
     

    Οι μαούνες, μία-μία φόρτωναν και ξεφόρτωναν και ξαναγύριζαν πίσω να επαναλαμβάνουν το ίδιο μέχρι αργά το βράδυ.

    Μα ποιό μέρος είναι αυτό, πώς το λέγανε; Δέν είχε ούτε ένα σπίτι, δέν είχε ούτε λίγο νερό να πιουν, να πλυθούν, να ξεβρωμίσουν, ένα δένδρο, λίγη βλάστηση;

    Κράτα την αναπνοη σου, αγαπημένε μου αναγνώστη, κρατήσου καλά μην πέσεις, γιατί θα ακούσεις το φρικτό όνομα τού τόπου αυτού, τής γης αυτής, θα κρύψεις το πρόσωπό σου από ντροπή, διότι βρέθηκαν συνάνθρωποί σου να σκεφθούν να διαλέξουν τον τόπο αυτό γιά τα ξενιτεμένα τους αδέλφια, που τ’ όνειρό τους ήταν, αιώνες τώρα, πώς να έρθουν στη μάνα πατρίδα! «Φτούσου, άνθρωπε, και πάλι».

    Χάθηκε τόσος τόπος, να βρεθεί μιά άκρη, μιά γωνιά σ’ ολόκληρη τη χώρα, που να έχει, αν όχι τίποτε άλλο, τουλάχιστον νερό! Να ξεδιψάσουν αυτοί, να βρέξουν και τα φλογισμένα απ’ τον πυρετό χείλη των αρρώστων! Κράτα την αναπνοή σου γιά να ακούσεις. Στηρίξου κάπου να μήν πέσεις! Μακρόνησος.

    Έτσι λεγόταν ο τόπος, που πρωτόρθαμε στη μάνα γη. Μακρόνησος είναι το όνομα, που θυμίζει φρίκη και ντροπή. Γιατί μας φέρανε σ’ αυτό τον «τρισκατάρατο» τόπο; Ποιά εγκληματικά μυαλά το απεφάσισαν; Πουθενά, πουθενά δέν αναφέρεται, ότι εκεί πήγαν και πολλούς πρόσφυγες τής Μικράς Ασίας, τού Πόντου, γιά εξόντωση. Αυτό ας είναι μιά μαρτυρία γιά αυτούς, που θα γράψουν τη μελλοντική ιστορία. Ας μην κρύψει κανένας τη ντροπή εκείνη.

    Λένε, πως τα παλιά χρόνια, στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία και κατοπινά στο Βυζάντιο, στέλναν γιά βέβαιη εξόντωση τους πολιτικούς τους αντιπάλους και στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο.

    Μας έδωσαν λίγο νερό, που το φέρναν από την αντικρινή στεριά, το Λαύριο. Ένα νερό, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα το έφτυνες. Μέσα σε κάτι βυτιοφόρα, που η σκουριά τους μύριζε. Ήταν ανυπόφορη! Όμως το ‘πιαν! το ‘πιαν! Και πού να ξεδιψάσουν! («Αυτούς που δέρνει ο άνεμος. Μιά ιστορία απανθρωπιάς τού ανθρώπου», χωρίς εκδοτικό οίκο, Θεσσαλονίκη, 1933, σελ. 98-99).


    Ο Ευτύχιος Γιαρένης πήγε δυό φορές στη Μακρόνησο. Την πρώτη φορά τριών χρονών ως πόντιος πρόσφυγας και τη δεύτερη πενήντα χρονών ως αριστερός!

    Δηλαδή, η Μακρόνησος χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά γιά τούρκους στρατιώτες, στη συνέχεια γιά πόντιους πρόσφυγες και αργότερα γιά τους εξόριστους από την Αριστερά.

    Αυτή η κρατική συνέχεια έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Βλέπουμε πώς η τεχνογνωσία αυτή κάτω από διάφορες συνθήκες δέν πήγε χαμένη κι έτσι μας δίνεται κι ένα ιστορικό βάθος γιά καταστάσεις, που βλέπουμε με τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, που έρχονται σήμερα στην Ελλάδα.

     

    Σκίτσο τού Μ. Ρέτκου,
    που βασίστηκε στις περιγραφές
    τού πρόσφυγα Γιώργου Λαμψίδη
    και απεικονίζει τον καταυλισμό
    των καυκασίων προσφύγων
    στην Καλαμαριά.

     

     

    Ένα σκίτσο τού στρατοπέδου τής Καλαμαριάς βασίστηκε στην αφήγηση ενός ποντίου, που ήταν παιδί τότε (βλ. παραπάνω εικόνα). Οι πόντιοι είναι ο πληθυσμός, στις πλάτες τού οποίου δοκιμάστηκε η λειτουργία τού στρατοπέδου.
     

    Υπάρχει ένα δημοσίευμα τού Ριζοσπάστη τού 1923, το οποίο μιλάει γιά 90.000 νεκρούς στο Καραμπουρνά τής Καλαμαριάς και στη Μακρόνησο και συνέχισαν να πεθαίνουν υπό παρόμοιες συνθήκες κι αργότερα.

    Δηλαδή, η γενοκτονία τεκμηριώθηκε με περίπου 300.000 θύματα. Εδώ έχουμε 90.000 θύματα, που και διογκωμένοι να είναι οι αριθμοί, έχουμε μιά παρόμοια πράξη.

     
    Κι όμως, οι πόντιοι κατέληξαν το 1990 να βγάζουν τον κεμεντζέ και να λένε «η Μακεδονία εν ελληνικόν» (βλ. παραπάνω εικόνα), το οποίο πριν εκατό χρόνια ήταν αντίφαση.

    Αυτοί που μιλούσαν ποντιακά το έκαναν, γιατί το έμαθαν από την οικογένειά τους, γιατί έτσι μιλούσαν οι παππούδες τους. Οι παππούδες τους όμως, δέν έδιναν μιά πεντάρα γιά το τί ήταν η Μακεδονία. Ούτε καν ήξεραν αν ήταν ελληνική ή δέν ήταν. Και την εποχή που ζούσαν οι παππούδες τους δέν ήταν.

    Αεργίτε
    Στην αφίσα αυτή ενός ποντιακού πανηγυριού υπάρχει γραμμένη μιά ημερομηνία, 7 Αεργίτε 2009. Τί ημερομηνία είναι αυτή; Μαντεύουμε, ότι είναι ο μήνας, αλλά ποιός μήνας; Υπάρχει δηλαδή, ένα εναλλακτικό ημερολόγιο. Τα ημερολόγια τα κάνουν τα κράτη. Στην Ελλάδα λέμε 7 Ιουλίου, 7 Δεκεμβρίου κ.λπ.. Αυτό το Αεργίτε χωρίς μετάφραση καν αποτελεί διγλωσσία.

    Στο Βέλγιο γιά παράδειγμα, όλες οι πινακίδες είναι στα ολλανδικά και στα γαλλικά. Αυτό το Αεργίτε είναι ελληνικά; Ποιός το καταλαβαίνει; Πιό κάτω με μικρά γράμματα λέει σε παρένθεση Νοεμβρίου.

     

     


    Ο Αστερίξ (Αστερίκος) στα ποντιακά. Το κείμενο είναι από την wikipedia στα ποντιακά.


     
    Όλα αυτά είναι επιτελέσεις ενός άλλου έθνους-κράτους. Όπως είναι και η μετάφραση τού Αστερίξ, η οποία δέν είχε κανένα λόγο να γίνει στα ποντιακά, γιατί δέν υπήρχε κάποιος, που δέν καταλάβαινε. Υπήρχε ήδη στα ελληνικά, απ’ όπου μπορούσε να το διαβάσει.


     

    Σ’ αυτή τη διαφημιστική αφίσα
    κατ’ αρχή παρατηρούμε,
    ότι
    έχει μειωθεί το κατά κεφαλήν
    μουστάκι,
    αλλά υπάρχει και
    ο κ. Adem Ekiz.

    Δηλαδή, κάνουν χορό και καλούν
    έναν τούρκο
    ποντιόφωνο,
    που επίσης παίζει την ίδια μουσική.


     

    Αυτό είναι μιά καθαρή πράξη τού σημαίνοντος. Δηλαδή, βάζουν στο δημόσιο χώρο, ότι τα ποντιακά είναι γλώσσα και θέλουν άλλη μετάφραση από τα ελληνικά.


    Το σοκ των πόντιων
    τουριστών στον Πόντο

    Οι πόντιοι άρχισαν προς έκπληξή τους να ανακαλύπτουν από το 1980 και μετά, όταν άρχισαν να πηγαίνουν στον Πόντο ως τουρίστες γιά να δουν τα σπίτια των παππούδων τους, ότι εκεί πέρα υπήρχαν άνθρωποι, που μιλούσαν την ίδια γλώσσα με αυτούς, άκουγαν τα ίδια τραγούδια με αυτούς.
    Έπαθαν ένα σοκ! Σκέφτηκαν, ότι αφού εγώ μιλάω αυτή τη γλώσσα, παίζω κεμεντζέ, χορεύω σέρρα και κότσαρι και είμαι έλληνας κι αυτοί κάνουν το ίδιο πράγμα και είναι τούρκοι, τί γίνεται εδώ;


    Η επινόηση
    τής θεωρίας των κρυπτοχριστιανών

    Μία λύση ήταν η επινόηση τής θεωρίας των κρυπτοχριστιανών, ότι δηλαδή, αυτοί είναι κρυπτοχριστιανοί, άρα και κρυπτοέλληνες κατά βάθος. Έγιναν μουσουλμάνοι με τη βία και θα επανέλθουν. Κανείς όμως, δέν δείχνει διάθεση να επανέλθει σε τίποτε.

    Όλο αυτό δείχνει την πολυπλοκότητα και την τεράστια κίνηση όχι απλά με τη γεωγραφική έννοια, αλλά την κινητικότητα, την αστάθεια των ταυτοτήτων, που υπήρχαν στα Βαλκάνια και τον ζουρλομανδύα, που συνιστά το έθνος-κράτος και η καθαρότητα των ταυτοτήτων.

    Πόντιοι γιά την αφομοίωση σλαβόφωνων
    Στην κοινωνική ποιητική των ποντίων είναι πολύ ξεκάθαρο, ότι μία διάσταση είναι η επιθυμία γιά ένα άλλο κράτος, αλλά επίσης υπάρχει και η επιθυμία γιά το μή κράτος. Δηλαδή, ο νομαδισμός είναι αυτό, που προκαταβολικά ματαιώνει τη δυνατότητα συγκρότησης κρατικής εξουσίας και θεωρώ, ότι είναι πολύ ευδιάκριτο στοιχείο και ειδικότερα των καυκασίων.

    Θα σας παραθέσω ένα απόσπασμα από το βιβλίο «Γεννηθείς εις Καύκασον Ρωσίας» (έκδ. «Ινφογνώμων», Αθήνα, 2010, σελ. 36-7-8), που έβγαλαν δυό παιδιά, κοζανίτες. Λέγονται Ανδρέας Αθανασιάδης και Χρήστος Μιχαηλίδης. Δέν είναι επαγγελματίες ιστορικοί. Έκατσαν και ρώτησαν τους γέρους εκεί στο χωριό τους, που λέγεται Ποντοκώμη Κοζάνης, κι έγραψαν την ιστορία του από τους πρόσφυγες μέχρι σήμερα:

    Οι καυκάσιοι θα θεωρηθούν από την πολιτεία, ότι θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ρόλο στην αφομοίωση των σλαβόφωνων. Θεωρούνται από τις αρχές εκείνης της εποχής «πρόσφυγες ανωτέρου πολιτισμού».

    Έτσι στις 16 Ιανουαρίου 1925 ο επιθεωρητής των δημοτικών σχολείων Κοζάνης, Μ. Σλαβάρας, σε έγγραφό του (αρ. πρωτ. 2400) προς τη Γενική Διοίκηση Θεσσαλονίκης ζητά: «την εγκατάσταση προσφύγων “ανωτέρου πολιτισμού”, καθώς οι ήδη εγκατεστημένοι πόντιοι και τουρκόφωνοι δέν μπορούσαν να συνδράμουν στην αφομοίωση των σλαβόφωνων, εφόσον ούτε οι ίδιοι μιλούσαν ελληνικά».

    Πώς θα μπορούσαν άραγε να συμμετέχουν οι καυκάσιοι σε διαδικασίες αφομοίωσης -των άλλων- όταν τα τελευταία σαράντα χρόνια στο Καρς είχαν μάθει να συμβιώνουν, ως μειονότητα 55.000 έναντι 321.000 κατοίκων, ανάμεσα σε ρώσους, ρώσους ευαγγελιστές (μαλακάνοι), τούρκους, τουρκμένους, κούρδους, καραπαπαχήδες, λεσγίνους, εζίνδους, οσετίνους κ.λπ.. Και μάλιστα, όταν από την παιδική ηλικία τους βίωναν ένα αποδεκτό πολυπολιτισμικό περιβάλλον, το οποίο επιβεβαιώνονταν κατά τη φοίτησή τους στα αντίστοιχα σχολεία;

    Πώς θα μπορούσαν να αφομοιώσουν τους σύνοικους πολιτισμούς, μέσα στους οποίους τοποθετήθηκαν κατά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα, όταν ήδη είχαν μάθει (κατά τη βραχύβια παραμονή τους στο Καρς) αβίαστα να αφομοιώνουν κομμάτια από τις γειτνιάζουσες σε αυτούς κουλτούρες προς όφελός τους, χωρίς να χάνουν κάτι από τον εθνισμό τους, τη γλώσσα τους, τα ήθη και τα έθιμά τους. Απλά οι γείτονες -και κει και εδώ- ήταν γι’ αυτούς οι συγκάτοικοι και συναγωνιστές σε έναν κοινό αγώνα πρωταρχικά γιά επιβίωση και μετέπειτα γιά τη βελτίωση των όρων τής ζωής τους χωρίς πολιτισμικούς, γλωσσικούς, εθνοτικούς ή άλλους φραγμούς.


    Είναι εντυπωσιακό αυτό το απόσπασμα και πολύ ξεκάθαρο, ότι το ελληνικό κράτος τους λέει σε αυτούς τους ανθρώπους: εσείς θα πάτε να αφομοιώσετε τους σλαβόφωνους κι εκείνοι απάντησαν, ότι δέν ήθελαν να κάνουν τους μπάτσους, δέν ήταν η δική τους δουλειά.

    Μαζική στράτευση στην Αριστερά
    Αυτός ήταν ο βασικός λόγος, που τη δεκαετία τού 1940 οι πόντιοι μαζικά στρατεύτηκαν στην Αριστερά. Κάποιοι συνεργάστηκαν με τα Ες Ες, κυρίως οι τουκόφωνοι, αλλά οι περισσότεροι στρατεύτηκαν με την Αριστερά, διότι ήταν μιά οδός διαφυγής γι’ αυτούς, γιατί αλλιώς θα έπρεπε να ζήσουν στο απαρτχάιντ τού ελληνικού κράτους. Το ΚΚΕ ήταν μιά τέτοια οδός διαφυγής.

    Αυτό μας ανοίγει ένα νέο δρόμο γιά μιά καινούρια ανάγνωση τού Εμφύλιου. Θεωρώ πολύ σαφές, ότι στην κοινωνική ποιητική των ποντίων υπάρχει η επιθυμία γιά το μή κράτος, υπάρχει ο νομαδισμός, ο οποίος είναι η διέξοδος. Υπάρχει βέβαια και η άλλη τάση, τής συνεργασίας, η οποία επίσης είναι νομαδική τάση. Ο νομαδισμός δέν είναι η επανάσταση. Όποιος είναι νομάς δέν σημαίνει, ότι είναι το πρότυπο, που όλοι πρέπει να ακολουθήσουμε και να αρχίσουμε να κινούμαστε και θα γίνει επανάσταση. Αν ήταν έτσι, θα παίρναμε μιά βαλίτσα, θα γυρίζαμε και θα έπεφτε ο καπιταλισμός.

    Στοιχείο τού νομαδισμού επίσης, είναι η προδοσία, η συνεργασία, δηλαδή να βρεις ένα κράτος, το οποίο σου αφήνει μιά οδό διαφυγής και να έρθεις σε συμφωνία, σε συναλλαγή με αυτό. Υπήρξε και η μία εκδοχή και η άλλη.

     

    Την παιδεία στον Πόντο
    την έλεγχε πάντα η Εκκλησία.


    Στην εικόνα φαίνεται άδεια
    τής Μητρόπολης Τραπεζούντας
    σε καθηγητή, προκειμένου
    να διδάξει στο «Φροντιστήριον
    Τραπεζούντος», 1910.
    (Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη).

     

    Οφλής, ουνιαλής κ.λπ., όχι έλληνας
    Όπως και σε όλους τους πληθυσμούς τής Μικράς Ασίας και των Βαλκανίων, αυτό, που σήμερα ονομάζουμε Πόντο, είναι μιά πολύ μεγάλη και ετερογενής περιοχή, η οποία έχει και αρκετά λιμάνια και μία ενδοχώρα. Σε αρκετές παραλιακές πόλεις είχαν υπάρξει αρκετές δεκαετίες εκπολιτιστικής και ελληνικής εκπαιδευτικής δραστηριότητας. Δηλαδή, καλούσαν δασκάλους και δασκάλες, αλλού όχι. Κυμαίνεται. Άλλοι είχαν ένα πρόπλασμα εθνικής συνείδησης. Πιστεύω, πως δέν ήταν πάρα πολλοί.

    Ο Νίκος Σιγάλας, ένας ιστορικός, που τα ψάχνει αυτά και ζει στην Κωνσταντινούπολη, ισχυρίζεται, ότι ίσως ούτε καν ο χαρακτηρισμός ρωμαίοι-ρωμιοί κάλυπτε όλους, δηλαδή οι άνθρωποι λέγανε, εγώ είμαι οφλής, ουνιαλής π.χ., από τα χωριά τους δηλαδή, ή ρωμιός. Ως επί το πλείστον δέν αποδίδανε εθνική έννοια σε αυτό.

    Η φιλοδοξία γιά ποντιακό κράτος μάλλον δέν ήταν πολύ διαδεδομένη. Την είχε μία ελίτ, που διακινήθηκε κυρίως από τη διασπορά, από τη Μασσαλία π.χ.. Κάποιος είχε επιχειρήσει να γράψει έναν ποντιακό εθνικό ύμνο. Αναφέρονται τα στοιχεία αυτά, που είναι κωμικά μερικές φορές.
     

    Γενικά μιλώντας, κάποιες ελίτ προσανατολίζονταν προς το ελληνικό κράτος, αλλά υπήρχε κι ένα παράπονο προς το ελληνικό κράτος, ότι δέν στάθηκε στο ύψος τής αποστολής του, δέν τους φρόντισε, δέν τους περιποιήθηκε αρκετά.

    Γένος ήταν το μιλλέτ, αλλά τον 18ο και 19ο αιώνα, η πρώτη επιλογή γιά την απόδοση τού natio (nation) ήταν το γένος, οπότε αν πούμε, ότι έγινε ποντιακή γενοκτονία, αυτός είναι ένας έμμεσος αλλά σαφής τρόπος να πούμε, ότι οι πόντιοι είναι ένα ξεχωριστό γένος, γιατί δέν λένε ελληνική γενοκτονία, λένε ποντιακή γενοκτονία. Άρα το γένος, το έθνος είναι οι πόντιοι, οι οποίοι υπέστησαν αυτή τη γενοκτονία. Επιτελεστικά επιτυγχάνεται αυτό το αποτέλεσμα.

     

     

    Παρτιτούρα «Εμβατήριον τού Πόντου».
    (Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη).


     

    Ο ρατσισμός των παλαιότερων «ελλήνων»

    Το 1924, στην περιοχή, που σήμερα είναι η Μπάφρα Σερρών, είχαν εγκατασταθεί με την ανταλλαγή πόντιοι σε τσαντήρια. Την τρίτη ημέρα από την εγκατάσταση, ήρθε ομάδα κρούσης από ένα διπλανό χωριό, την Πρώτη (τότε Κιούπκιοϊ), με επικεφαλής κάποιο Γεώργιο Καραμανλή, πατέρα τού τέως εθνάρχη Κωνσταντίνου Καραμανλή, που ήταν δάσκαλος. Επιτέθηκαν με αξίνες κ.λπ. αυτοσχέδια όπλα, έκαψαν τα αντίσκηνα, βίασαν γυναίκες και τους είπαν «σηκωθείτε φύγετε, δέν σας θέλουμε εδώ».

    Τελικά, πήγε στρατός και τους εγκατέστησε ξανά στο ίδιο μέρος κι έτσι έγιναν -αν έγιναν- αποδεκτοί. Αργότερα έγιναν και δίκες, τις οποίες κέρδισαν οι πόντιοι.

    Σε όλη την οθωμανική αυτοκρατορία δέν υπήρχε το έλληνας. Έλληνας γινόταν όποιος ήθελε να γίνει έμπορος. Μάθαινε ελληνικά, τη γλώσσα των εμπόρων στην οθωμανική αυτοκρατορία. Μετά σου λέει, να κάνω κι ένα σχολείο, πώς θα μάθουν ελληνικά, φέρε κι έναν δάσκαλο, πήγαινε κι ο παπάς.

    Οι πληθυσμοί αυτοί, όταν ήρθαν στην Ελλάδα, κατάλαβαν, ότι εδώ όποιος είναι έλληνας έχει ένα πλεονέκτημα και μπαίνει πιό ψηλά στην ιεράρχηση των πληθυσμών. Όλοι προσπάθησαν να πουν, ότι εγώ είμαι έλληνας. Αυτό βέβαια, είχε απώλειες, διότι δέν τους κάλυπτε κι έλεγαν, ναι ρε παιδί μου, αλλά και ο κεμεντζές είναι ωραίο πράγμα και η μπαϊντούσκα, μου αρέσει να ακούω και κανένα σλαβόφωνο, αλλά θα πω, ότι είμαι έλληνας.

    Κι εκεί υπάρχει μιά κοινωνική ποιητική, η οποία είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Το να είσαι έλληνας δέν είναι μιά ουσία, που ψάχνουμε και λέμε ναι αυτός την έχει ή ο άλλος δέν την έχει. Είναι μιά στρατηγική ουσιοκρατία, που τη χρησιμοποιούν οι πληθυσμοί. Τα κράτη χρησιμοποιούν τους πληθυσμούς και τους βάζουν εποίκους γιά να εξελληνίσουν. Πάντα όμως, κάτι λείπει κι αυτό το βολεύουν όπως-όπως.

     

     

    Νέοι πόντιοι στη Σαμψούντα
    με τοπικές ενδυμασίες
    τουρκοανατολίτικης
    προέλευσης σε παλιά
    καρτ ποστάλ.
    (Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη).

     

     

    Τα ποντιακά δέν προέρχονται
    από τα αρχαία ελληνικά

    Τη δεκαετία τού 1920 και παλαιότερα, πολλοί πόντιοι είχαν πάει στην τότε Σοβιετική Ένωση. Πριν την επικράτηση τού σταλινισμού, με βάση το δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση, οι σοβιετικές αρχές έδωσαν στους πόντιους τής Σοβιετικής Ένωσης το δικαίωμα να έχουν εκπαίδευση στη γλώσσα τους. Οπότε τέθηκε το ερώτημα: Ποιά είναι η γλώσσα των ποντίων; Τί εκπαίδευση θα είχαν;

    Έγιναν τρεις διασκέψεις. Αυτά τα λέει ο κ. Βλάσης Αγτζίδης σε κάποιο άρθρο του, ο οποίος μπορεί να έχει κάποιες απόψεις γιά το πώς ερμηνεύει τα πράγματα, αλλά είναι πολύ ενδιαφέροντα αυτά τα στοιχεία, που παραθέτει. Μετά από έντονη ανταλλαγή απόψεων και διχογνωμία αποφασίστηκε, ότι η εκπαίδευση αυτή θα γινόταν στα ποντιακά. Εκδόθηκε μία Γραμματική τής Ποντιακής τού Κωνσταντίνου ΤοπχαράΙ Γραματικι τι ρωμεικυ τι ποντεικυ τι γλοσας»). Στην τοποθέτησή του στο συνέδριο, η οποία έγινε δεκτή, ο Κ. Τοπχαράς είπε, ότι «η δημοτικιά εν κσένον γλόσα».

    Ακολούθησε εκδοτική δραστηριότητα, μεταφράστηκαν ρώσοι συγγραφείς σε αυτή τη γλώσσα, σε αυτό το αλφάβητο, αυτό όμως κράτησε λίγα χρόνια, γιατί μετά επικράτησε ο Στάλιν και τα διέλυσε όλα.


     

    Απλουστευμένη φωνητική γραφή
    χωρίς τόνους στην πρώτη
    Γραμματική τής ποντιακής γλώσσας,
    που εκδόθηκε στη Ρωσία.


     
    Οι πόντιοι σήμερα προβάλλουν τον Κ. Τοπχαρά ως κάποιον, που αγωνίστηκε γιά τη διάδοση τής ποντιακής γλώσσας. Αν μιά τέτοια Γραμματική όμως έβγαινε στις μέρες μας, θα τού έπαιρναν το σκαλπ τού συντάκτη της, θα θεωρούταν εθνοπροδότης.

    Γιά το αν η ποντιακή γλώσσα είναι απόγονος τής αρχαίας ελληνικής, είμαι μεταφραστής, ασχολούμαι με τη γλώσσα, δέν είμαι όμως γλωσσολόγος. Πιστεύω όμως, αυτούς, που το μελετάνε, όπως ο καθηγητής τής Νέας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο τής Οξφόρδης, Πίτερ Μάκριτζ. Στο πανεπιστήμιο αυτό υπάρχει μιά ομάδα από διδάκτορες, μαθητές τού Μάκριτζ, που ισχυρίζονται, ότι τα ποντιακά δέν προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά, αλλά από την κοινή ελληνιστική, από την οποία προέρχονται όλες οι τωρινές ελληνικές γλώσσες.

    Αυτό, που λένε οι πόντιοι, ότι έχει ομηρικά στοιχεία, δέν ευσταθεί. Και στη γλώσσα τον Μάγια τής Αμαζονίας αν ψάξεις θα βρεις τέτοια στοιχεία. Έχω μιλήσει προσωπικά με τον Πίτερ Μάκριτζ και ως ειδικός καθηγητής, που έχει εντρυφήσει σε αυτά, ήταν απόλυτος, ότι δέν έχουν καμμία σχέση.

    Όταν μιά δημοσιογράφος ισχυρίστηκε στον καθηγητή, ότι μιά αρχαία φυλή στην Τουρκία μιλούσε αρχαία ελληνικά, ο δρ. Μάκριτζ τραβούσε τα μαλλιά του και διευκρίνησε, ότι δέν είναι αρχαία ελληνικά, αλλά ρούμτζα, ρωμαϊκά, ρωμέικα, ποντιακά, που είναι μιά ιδιαίτερη διάλεκτος.

    Φυσικά, τα ποντιακά έχουν ελληνικά στοιχεία, όπως και πέρσικα, τούρκικα, γεωργιανά, ρώσικα κ.ά..



    ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

     

    Ακούστε
    όλη την παρουσίαση

    τού βιβλίου
    τού Άκη Γαβριηλίδη
    Εμείς οι έποικοι,
    που έγινε στον
    «Ελεύθερο Κοινωνικό
    Χώρο Nosotros»
    στις 6 Μαΐου 2014.


    Διαβάστε

    ακόμα στην «Ελεύθερη Έρευνα»:

    • Μικρασιάτικος χαβάς (Περί τής τουρκοανατολίτικης προέλευσης των μικρασιατικών λαογραφικών στοιχείων)

    http://www.freeinquiry.gr/pro.php?id=3466

    Einen Kommentar schreiben / Γράψτε ένα σχόλιο

    Kommentar

    kachelmannwetter.com