Χρόνια Πολλά, βιβλίο! Χρόνια Πολλά, δημιουργέ!
Τα καλά του έχει σήμερα το βιβλίο και οι δημιουργοί του σε ολόκληρο τον Πλανήτη. Το 1995 η UNESCO καθιέρωσε την 23η Απριλίου ως Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου και Δικαιωμάτων.
Χρόνια Πολλά, βιβλίο! Χρόνια Πολλά, δημιουργέ, σμιλευτή και αγωνιστή του αφέντη Λόγου. Ατέλειωτος ο αγώνας σου, ανεξάντλητος, αδάμαστος. Γοητευτικός και ρηξικέλευθος. Οι συμπληγάδες που προσπερνάς και άλλοτε νικάς το επιβεβαιώνουν. Άντεξε, μοναδικέ υπερασπιστή ό λ ω ν των Αξιών το βάρος της «σύγχρονης» εποχής του εκφαυλισμού και της καθολικής εμπορίας. Μην επιτρέπεις τα πλοκάμια του θεαθήναι να σε παγιδεύσουν. Μην εφησυχάζεις, συνέτριψε με τα «όπλα» σου το εγώ για να μπορέσουμε να υποδεχτούμε το εμείς. Είναι το μόνο που μπορεί να αντιστρέψει τον ρου των άθλιων πραγμάτων. Χρόνια Πολλά.
Κι είμαστε κάμποσοι…
Η Ελλάδα, του χτες, του σήμερα κι εμείς… που σήμερα γράφουμε το αύριο…
Κι είμαστε κάμποσοι,
μωρά παιδιά, νέοι και νέες, άνδρες και γυναίκες,
υγιείς και άρρωστοι
μεσήλικοι, γερόντισσες και γέροντες,
σχολοπαίδια όλων των βαθμίδων,
αρκετοί, εξ αυτών, αυριανοί επιστήμονες,
διανοούμενοι, άλλοι τεχνίτες κι άλλοι εργάτες της γης
και όλοι μαζί φτιάχνουν το μέλλον της Χώρας,
ένα ζηλευτό μωσαϊκό…,-το πρόβλημα των ξένων…,-
έτσι που να’ χει να λέει, η πατρίδα,
«να, τηράτε με,
συνεχίζω των αιώνων αξιοθαύμαστη πορεία μου…»
…
Στων αιώνων πορεία, Ελλάδα,
άφησες κορμί και ψυχή σε χέρια βαρβάρων,
χειροτέρων και από κείνων των Ούννων, του Αττίλα
κι άλλων ειδών τερατόμορφων, δίποδων ονάγρων
που σε κείνα τα ζοφερά και σκούρα ηλιοβασιλέματα
τους πολέμησες ρεζιλεύοντας τις αυτοκρατορίες τους…
…
Μέσα σε κείνα τα θαμπά και ομιχλώδη σύθαμπα,
ήταν μαζί σου εκείνοι, οι υπέροχοι και αθάνατοι
τριακόσιοι του Λεωνίδα.
Ήταν και οι άλλοι, οι ορδές του Μεγαλέξανδρου
που σε ανέδειξαν στα πέρατα της οικουμένης.
Ήταν και οι Λεύτεροι και λιγοστοί αγωνιστές του 21
που τους έχρησες, Εθνάρχες, Καπεταναίους
και οι άλλοι πατριώτες της Εθνικής Αντίστασης.
Μέχρι εκεί, Ελλάδα, ήσασταν μαζί και λειτούργησες
με σοφία οδηγώντας τα πολυάριθμα και πολύμορφα θηρία
στο χαλασμό, στην αφάνεια και στη νάρκη…
…
Τώρα κοντεύεις να εκατοστίσεις την αδράνειά σου,
την αδιαφορία σου, την ψυχρότητά σου
και έχεις μείνει μόνη.
Μια ολιγάριθμη, ανθελληνική συντροφιά,
κωφάλαλη και μωρή καθοδηγεί τα βήματά σου
και πα στις γερτές πλέον πλάτες σου, σου έχουν ρίξει
ένα μολυβί χιτώνα να κρύψεις τη γύμνια σου.
Και την κρύβεις αγόγγυστα σκεπάζοντας με ιστούς αράχνης
όλα σου τα επιτεύγματα:
ήρωες, έπη, δόξα, σοφία, δημοκρατία˙
όλα τα πολιτιστικά και ιστορικά σου αποθέματα….
…
Μοιάζεις περιπλανώμενη ζητιάνα στον τόπο σου.
Κρύα, ψυχρή, αδιάφορη.
Επέτρεψες το ζήλο σου να πλανευτεί και να σαγηνευτεί
και σαν δραπέτισσα από τον δικό σου παράδεισο,
οδοιπορείς προς το κέντρο του μηδενός,
εκεί που όλα τείνουν να πεθάνουν…, πεθαίνουν…
…
Κι είμαστε κάμποσοι,
μωρά παιδιά, σχολοπαίδια, σπουδαστές όλων των βαθμίδων
Αρκετοί, εξ αυτών, αυριανοί επιστήμονες, διανοούμενοι,
που σήμερα, Ελλάδα, ξεδιάντροπα πουλάς
σε Χώρες ξενικές, για να έχουμε να λέμε,
εμείς, που μας βύζαξες,
απ’ τη δική σου μετανάστευση δεν θυμάσαι τίποτα.
Κορφές με άνθη, κόβεις, πουλάς για να σωθείς
-έτσι σου μάθανε να λες, οι εν Ελλάδι βάρβαροι
των Ευρωπαίων δούλοι και ασύστολοι πραματευτές-
και η ίδια θα μείνεις κούτσουρο· μία κουφάλα δέντρου…
…
Νέους και νέες, τεχνίτες κι εργάτες της γης
τους έχεις αδειάσει από τους χώρους δουλειάς
και τους στερείς το δικαίωμα ν’ αποκτήσουν παιδιά.
Πολλούς τους αρπάζεις και τα σπίτια,
κι οι άστεγοι πολλαπλασιάζονται.
Η επαιτεία αποκτά τρομακτικές διαστάσεις.
Άλλους τους κάνεις ρακοσυλλέκτες,
άλλους τους οδηγείς στην κλεψιά
και άλλους τους προσφέρεις την απόγνωση
που τους οδηγεί στην αυτοκτονία…
…
Τα πολιτιστικά σου αποθέματα τα ξεπουλάς,
τον δημόσιο πλούτο τον έχεις δολοφονήσει,
τον ξενόφερτο τρόπο ζωής ευνοείς κι ενθαρρύνεις
και τον δικό μας παραστατικό και γραπτό Λόγο
τον έχεις αδειάσει από τα κάλλη του και εμπλουτίζεις
τον προφορικό της αγοράς και της αμαρτίας
αυτόν που ακούμε από …πολιτικούς, …δημοσιογράφους
και λοιπούς … καλλιτέχνες και ντρεπόμαστε…
…
Κι είμαστε κάμποσοι, που απωλέσαμε τη μνήμη μας,
την αξιοπρέπειά μας, τη συνείδησή μας, τα υπάρχοντά μας.
Μας τα κλέψανε οι ληστές και οι πραματευτάδες
που εσύ τους δέχτηκες στα έδρανά σου κι επιζητούν
κι εσένα να γελοιοποιήσουν και να ταπεινώσουν
και το λαό σου με μύριους τρόπους ν’ αφαιμάξουν.
Έτσι, Ελλάς, Ελλάδα των συμβιβασμών
και των υποχωρήσεων,
Ελλάς που σου αλλάξανε τα χρώματα σε ουρανούς
και θάλασσες,
παρότι βάναυσα σε βιάσανε και είσαι θύμα,
εξίσου είσαι και συμμέτοχη στο έγκλημα και στο κρίμα…
…
Και όπως παλιά ήμασταν μαζί και ανατρέπαμε,
εχθρούς, ληστές και καταπατητές
και σήμερα μαζί είμαστε, αλλά όχι μονιασμένοι·
τα θηρία κατάφεραν να μας χωρίσουν
σε προοδευτικούς και καθυστερημένους
και μαζί πλέον βρεθήκαμε στον πάτο του πηγαδιού,
σ’ έναν πάτο που ακόμα κι εκεί η διαφθορά ακμάζει,
εκεί που οι μέρες, οι ώρες και τα λεπτά
χορεύουν στο ρυθμό του μηδενός.
Εκεί, φιμωμένο, αντίκρισα το Λόγο
και τη δική σου μεγαλοπρέπεια σαβανωμένη…
…
Έλα, έλα Ελλάδα, ας πιαστούμε απ’ το χέρι.
Τίναξε τη βαριά κρούστα της βρωμιάς και δώσ’ μου
το χέρι σου.
Ανήμπορο είναι και το δικό μου,
αλλά το δικό σου άγγιγμα θα το νιώσει.
Ν’ ακούσω θέλω να λες και πάλι,
«να, τηράτε με,
συνεχίζω των αιώνων αξιοθαύμαστη πορεία μου…»
Κι εγώ κι εκείνοι· κι είμαστε κάμποσοι,
μεσήλικοι, γερόντισσες και γέροντες, αλλά και νέοι,
άλλοι άρρωστοι, άλλοι σακατεμένοι
και πιότεροι οι προδομένοι
απ’ τα δικά σου ως τώρα παιχνίδια,
άθλιοι και ντροπιασμένοι
θ’ ακούσουμε το κρώξιμό σου, όπως του πουλιού
που γυρίζει στη φωλιά του έχοντας στο στόμα του τροφή,
και θα λες με τη στεντόρεια φωνή σου,
μη χάνετε το θάρρος σας κι είναι μακριά,
εκείνος ο χειμώνας που φαίνεται ψηλά.
Μόνο να φυλαχτείτε!
Βάλτε βαθιά τις ρίζες σας μαζί, αγκαλιαστείτε,
αγέρας είναι δυνατός, να μη τον φοβηθείτε…!
…
Κι εμείς, κι είμαστε κάμποσοι που μας σφυρηλάτησαν
τα κακά και άσημα της …σύγχρονης εποχής,
μέσα από το άκουσμα του λόγου σου
νιώθουμε ψυχική ανάταση και μυϊκή δύναμη,
σα να ξυπνάμε μέσα από χειμερία νάρκη,
και μπρος στα μάτια μας βλέπουμε εσένα μπροστά
και μαζί σπάμε φραγμούς και δεσμά,
σε ακούμε ασυνήθιστη και συλλογιόμαστε πως
ήμασταν άδικοι μαζί σου
και μια νέα φωνή απ’ όλους μας βγαίνει και λέει…
…
Λοιπόν! Δε θέλω να παραδεχτώ πως τα άγρια κύματα
γύρω μας μπορούν να μας καταπιούν όλους.
Κοιτάξτε, η παρουσία όλων μας εδώ, δείχνει ότι μπορούμε
να οδηγήσουμε τα καράβια στα λιμάνια.
Ένας, όποιος, από μας, μπορεί να γίνει κεραυνός χτυπώντας την ελπίδα.
Κι ένας, όποιος, από μας, μπορεί να γίνει σανίδα σωτηρίας
αφήνοντας στα κύματα την ανθρώπινη ματαιότητα
και την αμαρτία.
Ας γυρίσουμε τις πυξίδες μας προς τους ορίζοντες
της ελπίδας που δεν πρέπει ποτέ να εγκαταλείψουμε…
…
Κι είμαστε κάμποσοι,
μωρά παιδιά, νέοι και νέες, άνδρες και γυναίκες,
υγιείς και άρρωστοι μεσήλικοι, γερόντισσες και γέροντες,
σχολοπαίδια όλων των βαθμίδων.
Αρκετοί, εξ αυτών, αυριανοί επιστήμονες, διανοούμενοι,
άλλοι τεχνίτες κι άλλοι εργάτες της γης
και όλοι μαζί φτιάχνουμε το μέλλον της Χώρας.
Κι είμαστε κάμποσοι, ένα ζηλευτό μωσαϊκό…,
-κι έτσι θα μείνουμε στις άγριες διαθέσεις των ξένων…,-
πλέον γι’ άλλη μια φορά
από τα σύγχρονα δρεπάνια της Νέας Τάξης Πραγμάτων
τα οποία, σαν χάρτινα κάστρα,
αρχίζουν να λυγίζουνε και να γκρεμίζονται…
απ’ το νέο μήνυμα που έδωσε η Ελλάδα…
«να, τηράτε με,
συνεχίζω των αιώνων αξιοθαύμαστη πορεία μου…»
(Από το «Καλειδοσκόπιο στην ποίηση
Αχ! ετούτος ο αιώνας…»